English | Αρχική Σελίδα Μητρόπολη Μητροπολίτης Eπισκοπή Αρσινόης Επικοινωνία | |||
|
Ο Στυλιανός Χουρμούζιος, Άρχων Πρωτοψάλτης
της Εκκλησίας Κύπρου, ως παιδαγωγός.
Του Μητροπολίτου Πάφου Γεωργίου*
Την παρουσία μου απόψε μπροστά σας, ως ενός εκ των ομιλητών στην εκδήλωση για τον Στυλιανό Χουρμούζιο δεν θα πρέπει να την εκλάβετε ως οφειλομένη στην ενασχόλησή μου με τη Μουσική ούτε και στη Μουσική μου κατάρτιση. Κάτι τέτοιο θα εκμηδένιζε από την αρχή, στα μάτια σας, τα λεγόμενά μου.
Η ανταπόκρισή μου στην επιμονή του κ. Αραούζου οφείλεται σε δυο κυρίως λόγους. Πρώτα στο ότι ο Στ. Χουρμούζιος καταγόταν από κοινότητα της Μητροπολιτικής περιφέρειας Πάφου (άλλοι προβάλλουν το Όμοδος και άλλοι την Βάσαν ως τόπο καταγωγής του). Κι ύστερα στο γεγονός ότι ο αοίδιμος Άρχων Πρωτοψάλτης της Εκκλησίας της Κύπρου υπηρέτησεν ως καθηγητής της Βυζαντινής Μουσικής για 14 χρόνια στο Παγκύπριο Γυμνάσιο του οποίου και εγώ διετέλεσα μαθητής και απόφοιτος και στο οποίο υπηρέτησα αργότερα ως καθηγητής. Κι επιπλέον το θέμα, που με κάθε συντομία θα παρουσιάσω, αναφέρεται στον Χουρμούζιον ως παιδαγωγό, ως καθηγητή.
Είναι, όντως, ο Χουρμούζιος μια σπάνια και πολυδιάστατη προσωπικότητα. Παιδαγωγικό παράδειγμα προς μίμηση για τον καθένα, σε κάθε εποχή, αφού αρχή κάθε παιδαγωγικού συστήματος είναι η σφαιρική μόρφωση του παιδαγωγουμένου. Αυτοδίδακτος, έγινε λόγω της επιμονής, της φιλομάθειας, της εργατικότητας και της καλλιέργειας του έμφυτου χαρίσματός του, ο πρύτανις των μουσικών. Έγινε και δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδας. Ασχολήθηκε – η νομοθεσία του το επέτρεπε – και με την δικηγορία. Επέδειξε «λαμπροτάτην μουσικήν και συγγραφικήν παραγωγήν» όπως έλεγε στο τιμητικό του γράμμα προς αυτόν ο Πάφου Λεόντιος κατά τον εορτασμό της εβδομηκονταετούς μουσικής σταδιοδρομίας του.
* Εκφωνήθηκε σε φιλολογικό μνημόσυνο που έγινε στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, στις 27.2.2008.
Μελετώντας το παιδαγωγικό έργο του Στ. Χουρμούζιου μπορούμε να διακρίνουμε σε δυο τομείς την προσφορά του. Πρώτα στις θέσεις του ως προς την αξία και τον παιδαγωγικό ρόλο του μαθήματος της Βυζαντινής Μουσικής, κι ύστερα στις αρχές που πρόβαλλε και στις οποίες πίστευε ότι πρέπει να στηρίζεται η διαπαιδαγώγηση της νεότητας.
Άνθρωπος ευφυής, προικισμένος μάλιστα με σπάνια ευφυΐα από τον Θεό, και πριν ακόμα ασχοληθεί επαγγελματικά με τη διδασκαλία της Μουσικής, καταλάβαινε πως υπάρχουν στα σχολεία μας μαθήματα χρησιμοθηρικά, που στοχεύουν κυρίως στην ξηρή γνώση, με απώτερο στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση. Υπάρχουν όμως και μαθήματα κατ’ εξοχήν ηθοπλαστικά που στοχεύουν στη ψυχική καλλιέργεια και ηθική διάπλαση του ανθρώπου. Σε μια ομιλία του στο Αναγνωστήριο «Η Ισότης», στις 3 Φεβρουαρίου 1891, τονίζει ότι «άλλο διανοητική ανάπτυξις και άλλο ηθική διάπλασις». «Των δύο τούτων», λέγει, «προτιμητέα είναι η δευτέρα». Ο άνθρωπος με ήθος «έσεται πάντοτε χρηστός, σεβαστός και αγαπητός», κατά τον Χουρμούζιο. Ο στερούμενος όμως ήθους, έστω και διανοητικά αναπτυγμένος «έσεται μισητός τη κοινωνία, αποτρόπαιος, και πολλάκις επικίνδυνος». Τονίζοντας την σπουδαιότητα της ηθικής έναντι της διανοητικής ανάπτυξης λέγει: «Η διανοητική ανάπτυξις είναι κόσμημα συμπληρούν τον πολύτιμον της καλής αγωγής στολισμόν, ενώ άνευ των καλών ηθών είναί τι ανωφελές, είναί τι γελοίον, είναί τι επικίνδυνον. Είναι πολύτιμος στέγη εις οικοδόμημα σαθρόν και καταρρέον∙ είναι κόσμημα επί ρακενδύτου ράχεως και έτι χείρον, είναι πολύτιμος μάχαιρα εις χείρας κακούργου». Κρίνει ως εκ τούτου αναγκαία την ηθική διάπλαση των νέων με διάφορα μαθήματα, ένα εκ των οποίων είναι και η Βυζαντινή Μουσική.
Την Βυζαντινή Μουσική την χαρακτηρίζει ως «ηθοπλαστικήν, αρετοποιόν, εξημερωτικήν, εκπολιτιστικήν, εξαγνιστικήν». Συγκρίνοντάς την προς την Ευρωπαϊκή Μουσική την βρίσκει ανώτερη όχι μόνο γιατί είναι πλουσιότερη σε ήχους και κλίμακες, αλλά και γιατί καλλιεργεί καλύτερα «τα ευγενή συναισθήματα, καταστέλλει τα αγενή πάθη και μορφώνει εις τας ψυχάς τα πρέποντα ήθη».
Έχοντας αυτή τη γνώμη για τη Βυζαντινή Μουσική κατέβαλλε ιδιαίτερη προσπάθεια για καλλιέργεια, μέσω της, των μαθητών του. Ξέροντας ότι πολλοί από τους μαθητές του, επιστρέφοντας στις κοινότητες καταγωγής τους θα ήσαν και οι ψάλτες καθώς και οι μουσικοί διδάσκαλοι άλλων, φρόντιζε να τους διδάσκει ποια θάπρεπε να είναι η στάση τους. Στο «Αναστασιματάριόν» του το οποίο και πριν την έκδοση του διά του τύπου δίδασκε και στο σχολείο, δίνει παραινέσεις και συμβουλές στους ιεροψάλτες, λέγοντάς τους ότι θα πρέπει να συναισθάνονται την ιερότητα και του χώρου στον οποίο βρίσκονται αλλά και του καθήκοντος που επιτελούν. Όταν ψάλλουν αντιπροσωπεύουν όλο το εκκλησίασμα κι όχι μόνο τον εαυτό τους γι’ αυτό κι η συμπεριφορά τους πρέπει να είναι πολύ προσεγμένη. Θα πρέπει να ψάλλουν «εν ευσχήμονι στάσει και κοσμία συμπεριφορά, αποφεύγοντες τας αηδείς κινήσεις της κεφαλής, του κορμού και των οφρύων, τας ασέμνους υπερβασίας της φωνής, το κρούειν θορυβωδώς τον χρόνον επί του πατώματος διά των ποδών, ή διά τιναγμάτων της φωνής, όπερ αηδέστατον και ατοπώτατον, τας φωνασκίας, τα τρέμολα και τους λαρυγγισμούς».Κι ακόμα τους προτρέπει να εκβάλλουν «φωνήν σοβαράν και απροσποίητον, με προφοράν ακριβή και καλόν ύφος, διά να ακούωνται καθαρώς και ευκρινώς τα θαυμάσια εκείνα έργα της Εκκλησιαστικής ποιήσεως».
Χωρίς να παρασύρεται από το πράγματι απαράμιλλο μουσικό ταλέντο του, παρατηρεί ότι «δεν είναι μόνον μελωδία η χριστιανική λατρεία αλλά και διδασκαλία συγχρόνως». Δείχνοντας το ενδιαφέρον του για την διαπαιδαγώγηση των πιστών μέσω των ύμνων παρατηρεί: «…Ανάγκη πάσα φράσις και περίοδος να προσπίπτη εις τας ακοάς των εκκλησιαζομένων αυτούσιος και αναλλοίωτος, ζωηροτέρα καθισταμένη διά της μουσικής και ουχί κατατεμνομένη δι’ ασυμφώνων στίξεων ή παραλόγων και αποτόμων παρεκβάσεων και παρατονισμών…».
Τα πιο πάνω δείχνουν την παιδαγωγική ευθύνη που αισθάνεται ο Χουρμούζιος ως δάσκαλος. Δεν θεωρεί ότι εκπληρώνει την αποστολή του ως δάσκαλος με το να διδάσκει μόνο το στενό αντικείμενο της ειδικότητάς του, που είναι η μουσική. Είναι παιδαγωγός. Κι αν η μουσική εξημερώνει, το περιεχόμενο των ύμνων μορφώνει αξίες και ιδανικά στις ψυχές των διδασκομένων. Και αισθάνεται την ανάγκη κι αυτά να τα προωθήσει.
Σπουδαίες όμως είναι και οι παιδαγωγικές αρχές του ως προς το ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο αλλά και ποιοι οι παράγοντες της αγωγής. Κύρια πηγή από την οποία αντλούμε είναι η ομιλία του στο Αναγνωστήριο «Η Ισότης» στην οποία αναφερθήκαμε και προηγουμένως.
Χωρίς να απορρίπτει την αγωγή κάθε ηλικίας, εν τούτοις επικεντρώνεται στην αγωγή των παιδιών. Ξέρει, όπως και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει, ότι η νεότητα είναι «καθ’ εαυτήν ευόλισθον πράγμα και οξύρροπον προς κακίαν». Για αυτό κι ο Χουρμούζιος τονίζει: «Το πάντων πολυτιμότατον θέμα υπέρ του οποίου άπαντα τον βίον ημών πρέπει να δαπανώμεν είναι το περί ανατροφής των παίδων». Επαναλαμβάνει με άλλα λόγια μιαν βασική ρήση της παιδαγωγικής που λέει: «Πάντα υμίν δεύτερα έστω, της προνοίας των νέων».
Αυτήν την πρόνοια βέβαια έχουν ως προμετωπίδα πολλά συστήματα αγωγής. Σε τι διαφέρει ο Χουρμούζιος; Διαφέρει στο περιεχόμενο της προτεινόμενης αγωγής. Θεωρεί πως η αγωγή δεν πρέπει να είναι ανεξάρτητη από τον προορισμό του ανθρώπου, τον στόχον του που είναι το «ομοιωθείναι Θεώ». Γι’ αυτό και τονίζει: «Δεν αγνοούμεν ότι βάσις της ηθικής είναι η θρησκεία». Και διευκρινίζει: «Το σέβας μας προς τον Θεόν και την θρησκεία πρέπει να καθιστώμεν γνωστόν εις τον παίδα, εκτελούντες παν ό,τι η θρησκεία επιβάλλει και αποφεύγοντες παν ό,τι απαγορεύει».
Η νεότητα που με την προσφερόμενη αγωγή οικοδομεί την προσωπικότητά της, πρέπει να στήσει μέσα της μιαν σωστά ιεραρχημένη κλίμακα των αξιών. Στην κορυφή της κλίμακας αυτής βρίσκεται η θρησκεία και το σέβας προς τον Θεό. Δεύτερη θέση, κατά τον Χουρμούζιο, πρέπει να έχει η πατρίδα, στον βωμό της οποίας «και αυτήν την ζωήν μας οφείλομεν να θυσιάζωμεν. Καλός πατριώτης δεν δύναται να γίνη ο παις, αν δεν εμφυτευθή εις αυτόν από μικράς ηλικίας η προς την πατρίδα αγάπη». Η ευθύνη των δασκάλων και των γονέων είναι, ως προς τούτο, μεγάλη. Γονείς και διδάσκαλοι «μετά προφανούς υπερηφανείας δέον να ποιώσι λόγον ενώπιον του παιδός οποίων προπατόρων εσμέν απόγονοι».
Ακολουθώντας την ιεράρχηση των υποχρεώσεων του ανθρώπου που δίνει το Ευαγγέλιο, ο Χουρμούζιος θέτει ως τρίτο στόχο της αγωγής την αγάπη προς τον πλησίον. Λέει χαρακτηριστικά: «Δέον να εμφυτεύσωμεν εις τον παίδα την αγάπη προς πάντα όμοιόν του». Και προχωρώντας αναλύει πώς εννοεί αυτή την αγάπη προς τον πλησίον: Απαριθμεί πρώτα αναλυτικά τι θα πρέπει να διδαχθεί ο νέος να αποφεύγει και προσθέτει ως κατακλείδα: «Να προσπαθώμεν παντί σθένει να εκριζώμεν απ’ αυτού το σκληρόν και τραχύ του χαρακτήρος». Στη συνέχεια έρχεται και στην απαρίθμηση των θετικών πρωτοβουλιών που πρέπει να αναπτύσσει ο νέος, και συμπληρώνει: «Να καθιστώμεν αυτόν ευαίσθητον και συμπαθητικόν εις τας συμφοράς των άλλων. Να διδάσκωμεν αυτόν να παρέχη προθύμως την συνδρομήν και βοήθειάν του εις πάντα δεόμενον αυτής».
Βαθιά θρησκευόμενη προσωπικότητα ο Χουρμούζιος ακολουθεί στην ανάπτυξη του παιδαγωγικού ιδεώδους του κατά πόδας την Αγία Γραφή. Και απαριθμεί ως επιμέρους στόχους της αγωγής την απόκτηση εκ μέρους των νέων της τιμιότητος, την καταπολέμηση της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας και αυθάδειας, τον σεβασμό προς τους μεγαλυτέρους κλπ.
Έχει άποψη και για την τιμωρία ως μέσου παιδαγωγικού καθώς και την απειλή για την τιμωρία, τας οποίας αποδέχεται. «Αι παρεκτροπαί δέον να τιμωρώνται», τονίζει. Δεν διαφεύγει της προσοχής του ότι πολλά παραπτώματα που εκδηλώνονται είτε στη νεανική είτε στην ώριμη ηλικία οφείλονται στο παραχαΐδευμα των παιδιών από τους γονείς. Όταν από υπερβολική αγάπη τα πάντα τους συγχωρούνται, δεν έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν μέσα τους τις έννοιες του καθήκοντος και των υποχρεώσεων, του σεβασμού και των δικαιωμάτων των άλλων. Λέει χαρακτηριστικά ο Χουρμούζιος: «Αι πολλαί θωπείαι και η μεγάλη φιλοστοργία, μεγάλην προξενούσι την βλάβην εις τα τέκνα και τούτο δέον να κατανοήσωσι καλώς οι γονείς και μάλιστα αι μητέρες».
Κι αφού τέτοιο είναι το περιεχόμενο της αγωγής που υποστηρίζει ο Χουρμούζιος καταλήγει στο αβίαστο συμπέρασμα ότι η Παιδεία και το Ευαγγέλιο εξημερώνουν τον άνθρωπο και τον εξάγουν εκ της κτηνώδους καταστάσεως.
Ο Χουρμούζιος ζει σε εποχήν όπου δεν υπήρχαν τηλεοράσεις ούτε και διαδίκτυο κι ο Τουρισμός δεν είχε ακόμα εμφανισθεί. Αγωγή επομένως πρόσφερε η οικογένεια και το σχολείο. Νοουμένου δε ότι η φοίτηση τότε στα σχολεία δεν ήταν υποχρεωτική και οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Κύπρο επέτρεπαν σε πολλούς μόνον για λίγα χρόνια φοίτηση στα σχολεία, το κύριο βάρος της αγωγής έπεφτε στην οικογένεια. Ο Χουρμούζιος διαπιστώνει ότι «η αγωγή την οποία λαμβάνει ο παις εν τη οικογενεία είναι το θεμέλιον επί του οποίου θα οικοδομήσει ο διδάσκαλος. Είναι θεμέλιο όπερ ο διδάσκαλος ουδόλως ή κατ’ ελάχιστον δύναται να αλλοιώσει. Είναι θεμέλιον τοσούτον στερεόν ώστε δυσκολώτατα προσβάλλεται». Προχωρώντας, μάλιστα, υποστηρίζει ότι «η γλώσσα του διδασκάλου έχει διά τον παίδα κάτι το ξένον∙ είναι κάτι τι το επείσακτον ενώ η γλώσσα της οικογενείας, του πατρός και της μητρός είναι φυσική». Έχοντας την πεποίθηση ότι «η μόρφωσις του χαρακτήρος άρχεται από της παιδικής ηλικίας εν αυτή τη οικογενεία» και ότι ο δάσκαλος θα επέμβει στη διαπαιδαγώγηση του παιδός «ότε πλέον ο χαρακτήρ είναι εσχηματισμένος» αποδίδει, ο Χουρμούζιος, τεράστια ευθύνη στους γονείς για την διαπαιδαγώγηση της νεότητας. «Η προσπάθεια προς προαγωγήν και βελτίωσιν των νεωτέρων είναι καθήκον επιβαλλόμενον και υπό του Θεού και υπό της φύσεως και υπό της πατρίδος εις πάντα μεν άνθρωπον, αλλά κυρίως εις πάντα γονέα», επιμένει.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ως γνωστό, υποστηρίζει ότι η ιδιότητα του γονιού δεν εξαρτάται από το γεγονός ότι έφερε ανθρώπους στη ζωή, αλλά από το ότι μόχθησε για τη σωστή ανατροφή τους. Όχι το «τεκνοποιείν» αλλά το «τεκνοτροφείν», που προϋποθέτει σωστήν αγωγή, συνιστά τον γονιό. Αποδέχεται πλήρως τη θέση αυτή ο Χουρμούζιος. Γι’ αυτό και κακίζει εκείνους τους γονείς που εργάζονται, κοπιάζουν, αγωνιούν για να δημιουργήσουν περιουσία στα παιδιά τους, ενώ την διάπλαση του χαρακτήρα και τη μόρφωσή τους τα αφήνουν αποκλειστικά στους δασκάλους. «Άμα ως θέσωσιν εις μεν την χείρα του παιδός το εισιτήριον, (τότε πληρώνονταν δίδακτρα) επί δε των ώμων την χαρτοθήκην, επαναπαύονται πλέον επί τη ιδέα ότι εξεπλήρωσαν ακριβώς και ανελλιπώς το προς το τέκνον καθήκον των», σημειώνει ο Χουρμούζιος. Τονίζοντας πολλάκις τη σημασία και το ρόλο των γονέων στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, λέγει χαρακτηριστικά: «Εις μόνον λόγος των γονέων δύναται να κατακρημνίσει το οικοδόμημα του διδασκάλου».
Στην αγωγή των νέων ιδιαίτερη σημασία έχει πάντοτε το παράδειγμα του παιδαγωγού, για τον Χουρμούζιο, των γονέων. Ο νέος περιμένει ουσιαστικά όχι τους λόγους του υπεύθυνου για την αγωγή του αλλά το παράδειγμά του. Ο Μ. Βασίλειος έλεγε ότι «Ουδέν ούτως ενάγει προς την της αληθείας οδόν, ως πολιτείας ακρίβεια. Ουδέ τοις παρ’ ημών λεγομένοις ούτω προσέχουσιν, ως τοις υφ’ ημών πραττομένοις». Δηλ. τίποτα άλλο δεν οδηγεί τόσο στον δρόμο της αλήθειας όσο το παράδειγμα, ο τρόπος που ζούμε. Ούτε κι οι άνθρωποι προσέχουν τόσο στα λεγόμενά μας, όσο σ’ εκείνα που πράττουμε. Κι ο Χουρμούζιος ερωτά: «Όταν ο παις διδάσκεται εν τω σχολείω να αγαπά, να σέβεται τον Θεό και να φυλάττη τας εντολάς του, βλέπει δε τους γονείς του αθετούντας ταύτα, νομίζετε ότι διατηρεί πλέον εν τη καρδία του έστω και ίχνος εκ της διδασκαλίας εκείνης;». «Ο βίος των γονέων ευρίσκεται έμπροσθεν του παιδός ως πρακτική διδασκαλία» λέγει πάλιν ο ίδιος και ξαναθέτει το ερώτημα: «Νομίζετε ότι ταύτα πάντα δύνανται να ριζοβολήσωσιν όταν ο παις εν τη οικογενεία βλέπει παραδείγματα, έστω και μίκριστα, έστω και εις τα ελάχιστα αντιβαίνοντα ταις διδασκαλίαις;» Καταλήγει δε, παραθέτοντας το χωρίον του Πλουτάρχου «Προ πάντων δει τους πατέρας τω μηδέν αμαρτάνειν, αλλά πάντα α δει πράττειν, εναργές εαυτούς παράδειγμα τοις τέκνοις παρέχειν, ίνα προς τον τούτων βίον, ώσπερ κάτοπτρον αποβλέποντες, αποτρέπονται των αισχρών έργων και λόγων».
Προσπάθησα να δώσω μια σκιαγραφία του Χουρμούζιου ως παιδαγωγού. Η προσπάθεια μου ξέρω πως δεν είναι πλήρης τόσο γιατί μου δόθηκε πολύ περιορισμένος χρόνος, όσο και γιατί δεν είχα πρόσβαση στο όλο έργο του. Απ’ ότι όμως μπόρεσα να ερευνήσω και να σας παρουσιάσω φαίνεται πως ο Στ. Χουρμούζιος ήταν ένας πολύεδρος αδάμας, μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Δεν διέπρεψε μόνο σ’ ένα τομέα της γνώσης. Μπορεί ως συνθέτης, διασκευαστής και εκτελεστής της Βυζαντινής Μουσικής να ήταν ανυπέρβλητος. Έδρασε όμως και σ’ άλλους τομείς με έξοχα και εκεί αποτελέσματα. Είναι και αυτό το γεγονός μια βασική παιδαγωγική αρχή όλων των εποχών. Το να επιχειρείται διά της αγωγής και της παιδείας σύμμετρη ανάπτυξη όλων των ψυχοσωματικών δυνάμεων του ανθρώπου.
Ας μην ξεχνούμε ότι ο Χουρμούζιος δρα και σε μια δύσκολη εποχή. Τότε που ο Κυπριακός λαός και η Εθναρχούσα Εκκλησία του συνειδητοποιούσαν πως και η Αγγλική κατοχή δεν ήταν λιγότερο στυγνή από την Τουρκική. Κι ότι οι ελπίδες για εθνική αποκατάσταση, που στηρίχθηκαν στην Αγγλική μεγαλοψυχία, ήταν μάταιες. Τότε ήταν που συνειδητοποιούσαν όλοι ότι στις δικές μας δυνάμεις θάπρεπε να στηριχτούμε, και σ’ ό,τι μας διαφοροποιούσε από τον κατακτητή. Τέτοιες δυνάμεις ήταν η παράδοσή μας και η Ορθόδοξη μας πίστη. Κι ακριβώς η Βυζαντινή μας Μουσική, συνδεδεμένη πάντα με την Ορθόδοξη λατρεία μας, καθώς και η οικογενειακή μας συνοχή με την πατροπαράδοτη χριστιανική μας διδασκαλία δεν ήταν δυνατό παρά να γίνουν τα θεμέλια της επιδιωκόμενης αγωγής από τους εκκλησιαστικούς άνδρες. Κι ένας τέτοιος ήταν ο Στυλιανός Χουρμούζιος, που έπραξε και στον τομέα αυτό ό,τι τον πρόσταζε η εθνική και θρησκευτική του καταγωγή.
Η αποψινή εκδήλωση, έστω και καθυστερημένα, συνιστά εκπλήρωση ενός χρέους όλων μας προς τον αοίδιμο Άρχοντα Πρωτοψάλτη της Εκκλησίας της Κύπρου. Εκείνος «ως καλός οικονόμος της ποικίλης χάριτος του Θεού», αύξησε τα τάλαντα που πήρε από τον Θεό. Όταν ο Κύριος «έλθη μετ’ αγγελικών δυνάμεων» και αυτός εισέλθη εις την χαράν του Κυρίου του» είναι σίγουρο πως και εκεί θα συνεχίσει να μέλπει καινούργιες αγγελικές μολπές. Αυτή ας είναι η ευχή όλων και το καλύτερο μνημόσυνο γι’ αυτόν.
|
|||
|