English  Αρχική Σελίδα   Μητρόπολη   Μητροπολίτης   Eπισκοπή Αρσινόης  Επικοινωνία

       
  Δελτίο Κηρυγμάτων    

  
   Τυπικαί Διατάξεις
 
  
      Εορτολόγιον
 

  
Καταστατικό Εκκ. Κύπρου

 

  
Περιοδικό Απ. Βαρνάβας
 

 

 

 

 

ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑΤΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2014


ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ
Απόστολος: Β΄ Κορ. στ΄ 16-18, ζ΄1
Ευαγγέλιο: Λουκ. στ΄ 31-36
5 Οκτωβρίου 2014
 

 

«Αγαπάτε τους εχθρούς υμών»
 

Το Ιερό Ευαγγέλιο που ακούσαμε σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ένα μέρος από την περίφημη επί του Όρους Ομιλία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Και μολονότι μικρή αυτή η περικοπή, περιέχει ύψιστα διδάγματα για μας τους χριστιανούς. Και πρώτο είναι αυτό που ονομάστηκε «χρυσός κανόνας» της χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς. «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι», μας λέει, «έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεσθε κι εσείς σ’ αυτούς». Μέσα από τις λίγες αυτές γραμμές αναπηδούν αλήθειες ύψιστης σημασίας και μέγιστης σπουδαιότητας. Αλήθειες που λύουν κατά τρόπο τέλειο το λεγόμενο κοινωνικό πρόβλημα με το οποίο ασχολούνται επί αιώνες σοφοί και νομοθέτες, χωρίς να επιτύχουν το επιθυμητό. Με τον ερχομό, όμως, του Κυρίου στον κόσμο και όσον αφορά στις σχέσεις μεταξύ μας, άρχισε να ισχύει μια νέα τάξη πραγμάτων. Δεν είναι πλέον αρκετές οι εκδηλώσεις της φυσικής καλοσύνης και ευγένειας. Τώρα δεν έχει και τόσο μεγάλη αξία να κάμνεις το καλό μόνο σε κάποιο που σε εκτιμά και σε αγαπά. Τώρα είναι αξιόλογη και θεάρεστη η διαγωγή σου, όταν αγαπάς και ευεργετείς ακόμα και τους εχθρούς σου. Γι’ αυτό και η αγάπη προς τους εχθρούς είναι το άλφα και το ωμέγα της πίστης μας. Με την ευκαιρία αυτή, καλό θα είναι να δούμε κι εμείς σήμερα, ποια είναι η σημασία της αρετής αυτής και πως είναι δυνατό να την αποκτήσουμε.

Είναι αλήθεια ότι αμέτρητοι και αναρίθμητοι είναι οι νόμοι και οι διατάξεις που εθέσπισαν οι άνθρωποι για να ρυθμίσουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Ο τελειότερος των σοφών της αρχαιότητος, ο περίφημος Σωκράτης, έφθασε στο σημείο να πει «ότι δεν πρέπει να εκδικείσαι  και να μισείς αυτόν, που σε μισεί και θέλει το κακό σου». Δεν μπόρεσε όμως να διανοηθεί και να πει ότι πρέπει και να τον αγαπάς. Έκτοτε πάρα πολλοί ασχολήθησαν και ασχολούνται μέχρι σήμερα με το θέμα αυτό. Αναρίθμητα τα άρθρα και τα διατάγματα που εψήφισαν και ψηφίζονται καθημερινά για να υπάρξει τάξη, ειρήνη, ευρυθμία και αρμονική συμβίωση στις διάφορες κοινωνίες. Πανδέκτες νόμων, κώδικες και καταστατικοί χάρτες, τελειοποιούνται κάθε τόσο και εκσυγχρονίζονται και τίθενται σ’ εφαρμογή, για την εξασφάλιση και περιφρούρηση  της ζωής, της τιμής, της περιουσίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οι ειδικοί και νομομαθείς τα χάνουν μέσα στο λαβύρινθο αυτό και στον κυκεώνα των αμέτρητων νόμων. Και είναι λυπηρό ότι παρ’ όλες τις προσπάθειες, τους μόχθους και τους κόπους τους τίποτε δεν κατόρθωσαν να κάμουν μέχρι τη στιγμή αυτή γιατί λείπει η αγάπη.

Όμως, το να αγαπούμε εκείνους που μας αγαπούν, μας λέει και πάλιν ο Κύριος, δεν έχει καμιά ιδιαίτερη αξία, αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν. Επίσης το να κάμνουμε καλό σ’ εκείνους που μας ευεργετούν, είναι εύκολο και συνηθισμένο πράγμα. Άλλωστε και οι αμαρτωλοί κάμνουν το ίδιο πράγμα. Και ο Κύριος προχωρεί πέρα από αυτά. Αντίθετα, λεει, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάμνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα. Η εντολή αυτή είναι κάτι το πρωτάκουστο. Κάτι αντίθετο προς τα αισθήματα και τις τάσεις του φυσικού ανθρώπου, ο οποίος δεν μπορεί να την αποδεχθεί ούτε και να την κατανοήσει, εφ’ όσο ζει έξω από την περιοχή της Θείας Χάριτος. Γιατί αυτός εννοεί και εφαρμόζει την πρωτόγονη δικαιοσύνη και τον νόμο της εκδίκησης και της ανταπόδοσης. Την εντολή αυτή της αγάπης, μόνο ο αναγεννημένος χριστιανός μπορεί να την εννοήσει και να την εφαρμόσει στην πράξη. Και τούτο γιατί μόνο ο χριστιανός θεωρεί την αμαρτία σαν ασθένεια και τον αμαρτωλό σαν ασθενή, άξιο, όχι εκδίκησης, μίσους και ανταπόδοσης του κακού, αλλά επιείκειας, αγάπης, θεραπείας και συγχώρησης.

Είναι λυπηρό, που για μια μερίδα ανθρώπων, η σπουδαιότατη αυτή αρετή είναι ουτοπία. Για μας τους Χριστιανούς, όμως, όχι μόνο είναι ουτοπία αλλά εκεί όπου υπάρχει το πνεύμα του Θεού είναι και γίνεται πραγματικότητα. Γιατί η αγάπη είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. Ε΄ 22). Και όταν ο άνθρωπος διαποτίζεται με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, έχει τη δυνατότητα να αγαπήσει και τον εχθρό του. Με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος αποκτά την ψυχική δύναμη και το σθένος που απαιτούνται, για ν’ ανεβεί την υψηλή αυτή και δύσβατη κορυφή. Κι εδώ, αξίζει να θυμηθούμε το παράδειγμα του Αγίου Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου. Ο Άγιος, όπως, γνωρίζουμε από τις Πράξεις των Αποστόλων, έδειξε τόσην αγάπη προς τους εχθρούς του, ώστε ενώ τον λιθοβολούσαν, προσευχόταν στο Θεό να μη λογαριάσει σ’ αυτούς την αμαρτία αυτή (Πράξ. Ζ΄,60). Και αυτό γιατί ο Άγιος ήταν ενωμένος με τη πηγή της δύναμης και του αγιασμού. Ήταν άνθρωπος πνευματικός και ακέραιος με την πλήρη έννοια των λέξεων. Και σαν τέτοιος εμπνεόταν από το Άγιο Πνεύμα σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του.

Το παράδειγμα του Αγίου Στεφάνου το μιμούνται κατόπιν και πολλοί άλλοι πανένδοξοι μάρτυρες και θεοφόροι Πατέρες και άγιοι της Εκκλησίας μας. Όλοι αυτοί παίρνουν δύναμη δια μέσου των Ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας μας από το Πανάγιο Πνεύμα και έχουν κάμει την αγάπη προς τους εχθρούς καθεστώς στη ζωή τους και πραγματικότητα, που προκαλεί θαυμασμό και αυτών των απίστων. Βέβαια, η θαυμαστή αυτή πραγματικότητα δεν προκαλείται μαγικά. Χρειάζεται προς τούτο και μεγάλη προσπάθεια από μέρους μας. Γιατί δεν είναι μόνο δώρο ουράνιο η αρετή. Είναι και κατόρθωμα του ανθρώπου. Κατόρθωμα ηρωϊκό που αρχίζει με τον πόλεμο κατά του εαυτού μας. Κατόρθωμα που απαιτεί γενναιότητα και αποφασιστικότητα και κόπο και αγώνα. Είναι ανάγκη να κτυπηθεί και να συντριβεί το εγώ, που θίγεται συνήθως και λυπείται και στεναχωρείται αμέσως με την εχθρική συμπεριφορά του άλλου. Μόνο όταν πέσει το οχυρό του εγωϊσμού, θα μπορέσουμε να αγαπήσουμε και τους εχθρούς μας.

Χρειάζεται, λοιπόν, υπομονητική και συστηματική καλλιέργεια της αυτοθυσίας και της αυταπάρνησης, για να πάρουμε κατόπιν και τον εύχυμο καρπό της αγάπης προς τους εχθρούς. Αν κατορθώσουμε, με την βοήθεια του Θεού, να μισήσουμε την ψυχή μας στον κόσμο αυτό (Ιωάνν. ΙΒ΄,25). Αν δηλαδή μάθουμε τον εαυτό μας να μην επιζητεί παντού και πάντοτε την άνεση και την ευκολία του, αλλά να ευχαριστείται με τον αγώνα και τις θυσίες για τον Χριστό, τότε είναι πολύ πιθανό ότι θα δοκιμάσουμε κι εμείς τη γλυκύτατη χαρά, που χαρίζει η αρετή που λέγεται αγάπη προς τους εχθρούς.

Αδελφοί μου! Με θλίψη βλέπουμε ότι στις μέρες μας επικρατεί όχι ο Νόμος του Ευαγγελίου αλλά ο νόμος της ζούγκλας. Βλέπουμε το δίκιο του ισχυρού και το μίσος να βασιλεύουν, δυστυχώς και σ’ αυτή την Ευρώπη, με αποτέλεσμα όλοι μας να έχουμε κυριευθεί από άγχος και αίσθημα ανασφάλειας. Το θλιβερό τούτο αποτέλεσμα της αποστασίας από τον Θεό, μας λέει ότι μόνο η δικαιοσύνη και η αγάπη, που ο Κύριος νομοθετεί, μπορούν να κάμουν ανθρώπινη και ειρηνική την ζωή μας. Ας ευχηθούμε, ο Πανάγαθος Θεός να φωτίσει τους ισχυρούς της γης να αλλάξουν νοοτροπία και να επικρατήσει στην γη η πολυπόθητη ειρήνη.

 

Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης Διονύσιος

Κυριακή Δ΄ Λουκά
Απόστολος: Γαλ. β΄ 16 - 20
Ευαγγέλιον: Λουκ. η΄ 4 – 15
12 Οκτωβρίου 2014
 

 

Οι «υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι»

Τέσσερις κατηγορίες ανθρώπων παρουσιάζει η σημερινή παραβολή για τη σχέση μας με τον λόγο του Θεού, αγαπητοί μου αδελφοί. Με απλό και κατανοητό τρόπο περιγράφει ο Κύριος μας στην παραβολή του σπορέως που ακούσαμε σήμερα, τους τύπους αυτούς των ανθρώπων.

 Είναι μια μερίδα χριστιανών που σχεδόν αδιάφορα και μόνο για τους τύπους, ακούουν τον λόγο του Θεού αλλά η ζωή τους είναι συνυφασμένη με πράξεις αμαρτωλές, που μέσα στις οποίες έχουν συνηθίσει να ζουν, δεν τους αφήνουν να σκεφτούν σοβαρά και να ασχοληθούν με την ψυχή τους και το αιώνιο μέλλον τους.

Άλλοι πάλι εντελώς επιπόλαια και με χαρά δέχονται τον λόγο του Θεού. Δεν μπορούν να συλλάβουν το βαθύτερο νόημα και να το εφαρμόσουν στην καθημερινή τους ζωή. Δεν προχωρούν πιο πέρα. Ύστερα από λίγο ξέχασαν αυτά που άκουσαν. Ξέχασαν το καθήκον τους και έμειναν αμετάβλητοι, σαν να μην άκουσαν τίποτε.

Το τρίτο είδος των ανθρώπων που σημειώνει η παραβολή, είναι ίσως οι πολυπληθέστεροι. Δεν αδειάζουν. Δεν τους μένει χρόνος για να μελετήσουν τον θείο λόγο, να εμβαθύνουν σ’ αυτά που άκουσαν. Τους απασχολεί η καθημερινότητα. Η βασανιστική μέριμνα. Τι θα κάνω σήμερα. Πως θα αντιμετωπίσω τα πολλά χρονίζοντα ή καινούργια προβλήματα. Δυστυχώς, αγαπητοί μου, ο σύγχρονος τρόπος ζωής, είναι τόσο σύνθετος, για να μη πω μπερδεμένος, που μας απασχολεί μέρα νύχτα. Η συνεχής προσπάθεια μας να κατακτήσουμε τον κόσμο, να κερδίσουμε περισσότερα αγαθά, να αποκτήσουμε γνώσεις, γνώσεις πολλές, δεν μας αφήνουν χρόνο να ασχοληθούμε και με την ψυχή μας. Η ψυχική μας υγεία δεν περιλαμβάνεται στα σχέδια μας. Ξεχνούμε να δούμε τον εαυτό μας. Και όχι μόνο όσον αφορά τη θρησκευτική ανάγκη της ψυχής μας, την ανάγκη οικοδόμησης μιας στενότερη σχέσης με τον Θεό. Γιατί αυτή η παραμέληση της ψυχής μας, στις λίγες στιγμές της ανάπαυσής μας, μας κάνει να συνειδητοποιούμε τη μοναξιά μας. Κι όμως ζούμε μόνοι ενώ συνωστιζόμαστε μέσα σε ένα πλήθος κόσμου που μας περιβάλλει. Είναι δραματική η κατάσταση του σύγχρονου ανθρώπου. Χάσαμε την απλότητα στην καθημερινή μας ζωή. Περιορίσαμε την ζωντανή επικοινωνία μας με τους άλλους. Οι διάφορες μορφές των πολυμέσων, μάς έχουν κυριολεκτικά κατακτήσει, ή μάλλον μας έχουν υποδουλώσει. Ζούμε σε ένα ψεύτικο, ιδεατό κόσμο, που σχεδόν δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Εντονότερα παρακολουθούμε αυτό το γεγονός στη νέα γενιά, στα παιδιά μας, χωρίς δυστυχώς να μπορούμε να αντιδράσουμε,. Που να μείνει χρόνος να δούμε την ψυχή μας, τον εσωτερικό μας κόσμο. Τα καλύπτει όλα ένας κορνιαχτός από ήχους παράξενους, ξένες φωνές, εικόνες της φαντασίας.

Και ο λόγος του Θεού; Είναι ο λόγος του Θεού, ο σπόρος ο «πεσών εις τας ακάνθας»!  Μόλις έσκασε ο σπόρος το πρώτο του φυλλαράκι και τα αγκάθια, δυνατότερα αυτά, δεν του έδωσαν περιθώρια, όχι ανάπτυξης αλλά και αυτής της ύπαρξης. Το έπνιξαν!

Ήρθαμε σήμερα εδώ στον ναό του Θεού, ίσως νοιώθοντας την ανάγκη να επικοινωνήσουμε με τον Θεό. Για να προσευχηθούμε. Ίσως βρισκόμαστε εδώ από μια συνήθεια. Όπως και να έχει το πράγμα, είμαστε εδώ στον χώρο της προσευχής. Πόσες φορές συλλαμβάνουμε το μυαλό και τη σκέψη να φεύγουν και να ασχολούνται με κάποια βασανιστικά προβλήματα της ημέρας. Και είναι τόσα πολλά, αγαπητοί μου. Και φυσικά δεν αποτελεί έγκλημα το ότι για μια στιγμή περιπλανήθηκε η σκέψη μας κάπου που μας πονά, σε κάτι που είναι εξαιρετικά επείγον, σε ένα σοβαρό και δυσεπίλυτο πρόβλημα δικό μας ή της οικογένειας μας. Δεν είναι έγκλημα. Είναι ευκαιρία να επαναφέρουμε γρήγορα τη σκέψη μας εδώ, αναθέτοντας τα προβλήματα που μας απασχολούν στον Κύριο, εντείνοντας τις προσευχές μας. Αναφερόμενος ο Κύριος στην περίπτωση αυτών των ανθρώπων, σημειώνει «ούτοι εισιν οι ακούσαντες, και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι».  Επαναλαμβάνω, αγαπητοί μου αδελφοί, είμαστε πολλοί από εμάς που ακούσαμε τον λόγο του Θεού, αλλά οι φροντίδες, η προσπάθειες πλουτισμού, η προσήλωση στην ικανοποίηση ηδονών, πνίγουν το ενδιαφέρον μας για την ψυχή μας, δεν μας αφήνουν χρόνο και ενδιαφέρον να πράξουμε έργα αγαθά, ευχάριστα στον Θεό. Είναι πράγματι λυπηρό γιατί ο σύγχρονος άνθρωπος πλουτισμένος με γνώσεις, με ραγδαίες τεχνολογικές κατακτήσεις, παρασύρεται στα εφήμερα και αφήνει ακαλλιέργητο τον εαυτό του, αλλά και την ψυχή του μόνιμα διψασμένη και στερημένη. Πνιγμένη στα αγκάθια των τεχνολογικών επιτυχιών του, αλλά και των πολλών αποτυχιών του.

Καιρός να ξυπνήσουμε, αγαπητοί μου. Κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο φανερό, πόσο ανεδαφικά στηρίξαμε τις επιτυχίες μας. Πόσο ανασφαλείς είναι οι κατακτήσεις μας. Πόσο επικίνδυνη είναι η προσήλωση στην τεχνολογική πρόοδο. Πόσο μεγάλο λάθος είναι να στηρίζουμε την ευτυχία στα φθαρτά και εφήμερα αλλά και αβέβαια υλικά αγαθά. Κανείς εχέφρων, δεν πρότεινε να εγκαταλείψουμε τον πολιτισμό με τα επιτεύγματά του, που με κατάλληλο χειρισμό βελτιώνουν τη ζωή μας. Πρέπει ωστόσο, αγαπητοί μου, να δούμε και την ψυχή μας. Να σκεφτούμε το αιώνιο μέλλον μας. Να μην ακούμε μόνο τον λόγο του Θεού, αλλά να προσπαθούμε να τον μετατρέπουμε σε πράξη, σε τρόπο ζωής. Έτσι μπορούμε να γίνουμε η αγαθή γη, η τέταρτη κατηγορία των ανθρώπων της παραβολής, η γη που θα προσφέρει εκατονταπλάσιο καρπό. Ας μη πιστεύουμε ότι θα λύσουμε όλα τα προβλήματα μόνοι μας. Νομίζετε ότι ο Δημιουργός μας, θα έκλεινε τα αυτιά Του, σε ό,τι μας ωφελεί. Όχι, αγαπητοί μου αδελφοί. Ο Κύριος είναι πάντοτε δίπλα μας. Ακούει τις προσευχές μας. Γνωρίζει τι είναι καλό για τον καθένα μας και μας το προσφέρει αφειδώλευτα. Ας αφαιρέσουμε αγκάθια και τριβόλους, ας περιορίσουμε τις πολλές μέριμνες για πρόσκαιρα και φθαρτά. Να κοιτάξουμε βαθιά την ψυχή μας και εγκαταστήσουμε εκεί τον Κύριο μας.

 

δ.γ.σ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
Απόστολος Β΄ Κορ. ια 31-33, ιβ΄ 1-9
Ευαγγέλιο: Λουκ. ζ΄ 11-16
19 Οκτωβρίου 2014
 

 

«Μη κλαίε˙ και προσελθών ήψατο της σορού… και είπε νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι» (Λουκ. ζ΄ 13-14)

 

Ο θάνατος είναι το αποκορύφωμα της τραγωδίας του ανθρώπου, σαν αποτέλεσμα της παρακοής των πρωτοπλάστων. «Δια τούτο, κατά τον Απόστολο Παύλο, ώσπερ δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτως εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ’ ω πάντες ήμαρτον» (Ρωμ. ε΄ 12). Εις το εξής ο θάνατος είναι συνδεδεμένος με όλους τους ανθρώπους. Η ζωή και ο θάνατος είναι οι καταστάσεις που παρουσιάζονται στην καθημερινότητα του ανθρώπου και που εναλλάσσονται «εν ριπή οφθαλμού». Ιδιαίτερα αυτή η απροσδόκητη διακοπή της ζωής και μάλιστα νέων ανθρώπων συγκλονίζει τον άνθρωπο. Παρά το ότι ο θάνατος είναι γεγονός αναπόφευκτο, εντούτοις, ο απροσδόκητος θάνατος, και μάλιστα νέων ανθρώπων, προκαλεί θρήνους και οδυρμό πολύ. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να συμβιβαστεί με το φαινόμενο του θανάτου. Εναγώνιο το ερώτημα «γιατί;»

Σε τέτοιες στιγμές δε χρειάζεται να κρίνουμε  με βάση τη λογική τις πράξεις ή τα λόγια των ανθρώπων. Εκείνο που χρειάζεται είναι η στήριξη των ανθρώπων, είτε αυτοί είναι ξένοι, είτε συγγενείς, είτε και ο εαυτός μας ακόμα. Και αυτή η στήριξη έρχεται να μας την προσφέρει το σημερινό ευαγγέλιο μέσα από αυτά που διαδραματίζονται στην πόλη της Ναΐν. Ιδιαίτερα δε από τα παρήγορα λόγια του Ιησού προς την μητέρα: «μη κλαίε» και προς τον νεκρό νεανίσκο «σοι λέγω εγέρθητι».

Παρήγορο κι ελπιδοφόρο το μήνυμα προς την διπλά πονεμένη μάνα. Παρήγορο κι ελπιδοφόρο όμως το μήνυμα και για τους κατοίκους της Ναΐν και κατ’ επέκταση σε όλους τους ανθρώπους δια μέσου των αιώνων. Στη σημερινή συνάντηση ζωής και θανάτου νικητής προβάλλει η ζωή η οποία εκπροσωπείται δια του Ιησού και κατά την οποία επιβεβαιώνεται ότι αυτός είναι «η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια΄ 25) και ότι όποιος πιστεύει σ’ αυτόν κι αν ακόμα πέθανε, θα ζήσει. Αν, το «μη κλαίε», ήταν το παρήγορο μήνυμα, τότε το «εγέρθητι» ήταν η επαλήθευση της ελπίδας, η οποία, κατά τον Απόστολο Παύλο, «τελικά δεν απογοητεύει». «Η δε ελπίς ου καταισχύνει» (Ρωμ. ε΄5). Και πραγματικά δεν απογοήτευσε τη μητέρα, όπως και δεν θα απογοητεύσει κανένα. Γιατί, συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος, ο Χριστός παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας τους ασεβείς… Ο Θεός… έδειξε την  αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή» (Ρωμ. ε΄ 6-9).

Κατά συνέπεια, το «μη κλαίε» σαν προτροπή ιδιαίτερα δε σαν μήνυμα ελπίδας και παρηγοριάς, απευθύνεται και σε μας σήμερα. «Μη κλαίε» γιατί τώρα μέσα από τη σταυρική θυσία του Χριστού προσφέρεται στον καθένα μας η δυνατότητα υπέρβασης του θανάτου, ο οποίος κατά τον υμνωδό, ναι μεν «βασιλεύει, αλλ’ ουκ αιωνίζει».

Ο θάνατος εις το εξής αποκτά προσωρινό χαρακτήρα ως την ώρα της κοινής αναστάσεως, κατά την Δευτέρα παρουσία του Κυρίου. Και τούτο γιατί ο Ανάσταση του Χριστού συνέβαλε στη νίκη κατά του θανάτου και έγινε η απαρχή της ανάστασης όλων των νεκρών. Κατά συνέπεια, αν κι εμείς πιστεύουμε ότι ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, τότε και ο Θεός «τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει συν αυτώ» (Α΄ Θες. Δ΄ 14). Έτσι και ο Θεός αυτούς που πέθαναν πιστεύοντας στον Ιησού θα τους αναστήσει για να ζήσουν μαζί του.

Αυτή η θέση και ιδιαίτερα αυτή η πίστη είναι πολύ σημαντική για τον καθένα από μας. Διαφορετικά, κατά τον Απόστολο Παύλο, «ει, εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστώ μόνον, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (Α΄ Κορ. ιε΄ 19). Δηλαδή, αν η Χριστιανική μας ελπίδα περιορίζεται μόνο  σ’ αυτή τη ζωή, τότε είμαστε οι πιο αξιοθρήνητοι απ’ όλους τους ανθρώπους. «Η αλήθεια όμως είναι πως ο Χριστός έχει αναστηθεί, κάνοντας την αρχή για την ανάσταση όλων των νεκρών» (Α΄ Κορ. ιε΄ 20).

Αυτή η τελευταία επισήμανση του Απόστολου Παύλου είναι ιδιαίτερα σημαντική για όλους. Γιατί τώρα το κέντρο βάρους της ζωής βρίσκεται στο χώρο της αιώνιας και  όχι της τωρινής ζωής. Όμως, παρά το ότι ο Χριστός δημιούργησε την κατάσταση της αιωνιότητας, εν τούτοις δεν περιφρόνησε την τωρινή ζωή. Απόδειξη η σημερινή ανάσταση του γιού της χήρας της Ναϊν. Απόδειξη η ανάσταση της κόρης του Ιάειρου, καθώς και του Λάζαρου. Και στις τρεις περιπτώσεις ο Ιησούς δεν εφανέρωσε μόνον ότι είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, αλλά και μέσα στα πλαίσια της φιλανθρωπίας του παρέδωσε και τους τρεις στις οικογένειες τους. Σε καμιά περίπτωση δεν αξίωσε να τον ακολουθήσουν, ή να τον υπηρετούν. Ιδιαίτερα δε, δεν θέλησε να τους χρησιμοποιήσει σαν αποδεικτικό στοιχείο του θριάμβου του πάνω στο θάνατο.

Ο Ιησούς δε φέρεται εγωιστικά. Φέρεται μόνο ως Θεός νικητής του θανάτου, αλλά και ως φιλάνθρωπος. Μέσα από την προστακτική εντολή «Νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι», νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς, ήταν κατά βάθος μια διαταγή της ζωής προς το θάνατο. Ήταν μια πρόκληση του νικητή της ζωής προς τον ηττημένο από το θάνατο άνθρωπο και την ίδια στιγμή είναι ένα δυνατό μήνυμα ελπίδας για όλους τους ανθρώπους δια μέσου των αιώνων. Όποιος αποδέχεται αυτή τη διδασκαλία και βρίσκεται κοντά στο Χριστό, ζώντας την παρουσία του  μέσα στην Εκκλησία, τότε αυτός δεν αγωνιά για το θάνατο, αλλά έχει σαν στόχο την «εν Χριστώ ζωή» και άρα την αιώνια σύνδεση μαζί του.

Αδελφοί μου, είμαστε θνητοί σε σχέση με την τωρινή ζωή. Όμως την ίδια στιγμή είμαστε πλασμένοι για την αιωνιότητα. Αυτό σημαίνει πως στη ζωή δεν ενεργούμε σαν «μελλοθάνατοι», αλλά σαν άνθρωποι, που προσδοκούν και περιμένουν «ανάσταση νεκρών και ζωή του μέλλοντος αιώνος». Αυτή η σκέψη, αυτή η πίστη, θα μας οδηγήσει σε μια καλύτερη συμπεριφορά έναντι των συνανθρώπων μας, αλλά και έναντι της ζωής και των αγαθών της. Ακόμα και έναντι του θανάτου, που όταν επιτρέπει ο Θεός να μας επισκέπτεται, θα γίνεται αφορμή για στενότερη σύνδεση με το Θεό, αναγνωρίζοντας ότι «η ζωή υμών κέκρυπται συν των Χριστώ εν τω Θεώ» (Κολ. γ΄ 3). Αμήν.

 

Θεόδωρος Αντωνιάδης

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ
Απόστολος: Β΄ Τιμ. β΄ 1-10
Ευαγγέλιο: Λουκ. η΄ 26-39
26 Οκτωβρίου 2014
 
 
«Εδεσμείτο αλύσεσι… και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους».
 

Ο δαιμονιζόμενος, που ο Κύριος απελευθέρωσε στη χώρα των Γαδαρηνών, είναι, αγαπητοί αδελφοί, ένα σύμβολο που πρέπει να ελκύσει την προσοχή μας  πολύ. Ο άνθρωπος εκείνος, όπως διηγείται η ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε, είχε κυριευθεί από πολλά δαιμόνια – ολόκληρη λεγεώνα – που πολύ τον βασάνιζαν και τον είχαν φέρει σε δεινό κατάντημα. Ο ιερός Λουκάς διηγείται σήμερα, περιγράφοντας την κατάσταση αυτού του δαιμονιζόμενου, ότι οι δικοί του τον έδεναν με αλυσίδες και του περνούσαν στα πόδια σιδερένιους δακτυλίους, για να τον ακινητούν και να τον φυλάνε έτσι ακίνδυνο για τον εαυτό του και τους άλλους. Αλλά εκείνος – ή μάλλον τα πονηρά πνεύματα που στρατοπέδευαν μέσα του – έκαναν κάτι απίστευτο. Το έδιναν τόση δύναμη στο κορμί, ώστε κατόρθωσε να σπάζει τα δεσμά του. Και τότε, κεντρίζοντας του τα μέλη, τον έσπρωχναν κι έβγαινε σε ερημικούς τόπους. Εκεί κατέληγε, φεύγοντας σαν ατίθασο κτήνος, κάτω από το μαστίγωμα του δαίμονος.

Εικόνα, λοιπόν, είναι πολλών ο δαιμονιζόμενος εκείνος, εικόνα και σύμβολο όλων εκείνων, που ζώντας έξω από το Άγιο Πνεύμα, έξω από τον ζυγό του Χριστού, είναι παραδομένοι στα άλογα πάθη, στην αχαλίνωτη αμαρτία, τον ηνίοχο Διάβολο. Εικόνα και σύμβολο όλων εκείνων, που το σώμα τους και η ψυχή τους είναι κατεχόμενη χώρα από τον Πονηρό και τις λεγεώνες του και δεν υπακούουν παρά μονάχα στις δικές του προσταγές.

Δεν μοιάζουν, βέβαια, εξωτερικά με τον δαιμονιζόμενο της σημερινής περικοπής. Δεν περιφέρονται γυμνοί, ούτε τους φορτώνουν με σίδερα, όπως εκείνον. Δεν τρέπονται στους ακατοίκητους χώρους όπως εκείνος. Είναι, εξωτερικά, ομαλοί άνθρωποι. Αλλά μόνο επιφανειακά. Στο βάθος τους, ωστόσο, είναι ακριβώς ίδιοι με τον δαιμονιζόμενο των Γαδάρων, ενεργούν όπως εκείνος, τους συμβαίνουν παρόμοια και απαράλλαχτα πράγματα.

Οι ανθρώπινοι νόμοι, αυτοί που φτιάχνουν οι γήινες πολιτείες, έχουν γενικά ένα καλό σκοπό: να περιορίσουν, να αιχμαλωτίσουν, να φυλάξουν τα πάθη του καθενός ανθρώπου, ώστε να μη κινηθούν, να μην εκδηλωθούν με καταστρεπτικό τρόπο για τους γύρω του. Είναι αλυσίδες και χειροπέδες και δεσμά, που εμποδίζουν τον άπληστο να κλέψει και να αρπάξει, τον αιμοδιψή να σκοτώσει, τον ακόλαστο να ασελγήσει, τον άσεμνο να σκανδαλίσει. Αλλά δεν κατορθώνουν πάντα, ούτε και για πολύ, να αποσοβήσουν τις καταστροφές. Όπως ο δαιμονιζόμενος εκείνος, έτσι πολλοί αμαρτωλοί πετυχαίνουν, πότε ο ένας και πότε ο άλλος, πότε γρήγορα και πότε αργότερα, να θραύουν αυτά τα δεσμά, να ξεφεύγουν και να ανατρέπουν τα εμπόδια. Ο απόστολος Παύλος λέγει κάπου για τους ανθρώπινους νόμους και για τις γήινες εξουσίες, ότι ο ίδιος ο Θεός τους παρεχώρησε τη μάχαιρα που φορούν, όπως ο ίδιος ο Θεός ασφαλώς ενέπνεε τους οικείους του δαιμονιζόμενου της σημερινής περικοπής να του κλείνουν χέρια και πόδια στα σίδερα. Αλλά το κακό έχει πολλή δύναμη, ακριβώς τη δύναμη που την εικόνα της δίνει η σημερινή περικοπή με τη λεπτομέρεια που ακούσαμε. Όπως ο δαιμονιζόμενος έθραυσε τα δεσμά του, έτσι και κάθε κυριευμένος από τον διάβολο, κάθε αμαρτωλός και άπιστος συντρίβει πολλές φορές τους φραγμούς των ανθρώπινων νόμων.

Προσέξετε, όμως, αγαπητοί αδελφοί, και στο υπόλοιπο μέρος του στίχου που προτάξαμε. Αφού ο δαιμονιζόμενος έσπαζε τα δεσμά του και έκανε ασφαλώς κακό γύρω του, κατέληγε στις ερήμους. Εκεί τον ήλαυνε, εκεί τον έσπρωχνε ο δαίμονας. Και σ’ αυτόν, λοιπόν, το δεύτερο μέρος, η αντιστοιχία είναι πλήρης. Το ίδιο συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο, που είναι υποχείριος του διαβόλου, δεν έχει ελευθερωθεί από τον Χριστό, δεν αναγεννήθηκε με το βάπτισμα και τη μετάνοια. Κάνει το κακό, συντρίβοντας τα δεσμά των νόμων και της συνειδήσεως του, αλλά που καταλήγει; Μήπως εκεί που θα ήθελε ο ίδιος; Όχι, αλλά στις ερήμους. Αδικεί και ασωτεύει, αλλά δεν πετυχαίνει τη χαρά και την ικανοποίηση που ονειρευόταν μέσα στις αδικίες και τις ηδονές. Καταλήγει στην έρημο, δηλαδή στο μεγάλο κενό της μη ικανοποιήσεως, της πικρίας, της απογνώσεως. Καταλήγει στη μυστηριώδη έρημο των διαψεύσεων. Καταλήγει στο τίποτε, στον θάνατο. Αυτό είναι το μεγάλο και το μοναδικό κέρδος, η αποκλειστική απολαβή, το τέρμα της αμαρτίας. Ο θάνατος, που συμβολίζεται στη σημερινή περικοπή από τις ερήμους. Το λέγει ρητά ο θείος Παύλος, το μαρτυρεί η πείρα όλων των αμαρτωλών, το διατρανώνει η μια ημέρα στην άλλη από γενεά σε γενεά: τα οψώνια της αμαρτίας είναι ο θάνατος.

Μονάχα ο Χριστός σώζει απ’ αυτόν τον θάνατο. Μονάχα η Χάρη του Κυρίου, χωρίς να προστρέχει στη βοήθεια των αλυσίδων, που είναι οι νόμοι των γήινων πολιτειών, πραγματοποιεί το θαύμα της απελευθερώσεως του ανθρώπου από τον δαίμονα, το θαύμα της ημερώσεως του, της σωτηρίας του από τον αιώνιο θάνατο.

 

 

                                                                         Γιώργος Σαββίδης
 

 

 

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΛΟΓΟΣ ΚΒ΄
Ειρηνικός δεύτερος

 

Ω ειρήνη αγαπητή, όνομα και πράμα γλυκύ, το οποίο έχω δώσει εις τον λαόν και το οποίον  μου έχει ανταποδώσει! Δεν γνωρίζω εάν η φωνή όλων είναι γνήσια και αντάξια προς το Πνεύμα και δεν πρόκειται δια δημοσίας συνθήκας αι οποίαι αθετούνται παρά το ότι έχει κληθή ως μάρτυς ο Θεός, εις τρόπον ώστε και η κατάκρισις μας διά την αθέτηση των να είναι μεγαλυτέρα. Ω ειρήνη αγαπητή, η διαρκής φροντίς και το καύχημα μου, η οποία, όπως λέγεται, και ανήκει εις τον Θεόν και ο Θεός ανήκει εις αυτήν, και η οποία είναι Θεός και αυτοθεός, όπως εις το, «η ειρήνη του Θεού» και, «ο Θεός της ειρήνης» και, «αυτός είναι η ειρήνη μας». Και όμως παρ’ όλα αυτά δεν την σεβόμεθα. Ω ειρήνη αγαπητή, το αγαθόν το οποίον επαινείται μεν από όλους, αλλά διαφυλάσσεται μόνον από ολίγους, που μας έχεις εγκαταλείψει και έχει περάσει ήδη τόσος χρόνος από τότε; «Και πότε θα μας ξαναέλθεις; Διότι σε ποθώ πολύ και σε αγαπώ πολύ περισσότερον από τους άλλους ανθρώπους. Και όταν είσαι παρούσα σε περιποιούμαι και όταν λείπεις σε καλώ να επιστρέψεις με πολλούς θρήνους και δάκρυα, με τα οποία ούτε ο Ιακώβ ο πατριάρχης έκλαυσε την Ιωσήφ, ο οποίος είχε μεν πωληθεί από τους αδελφούς του και δεν είχεν αρπαγεί από το θηρίον, όπως ενόμιζεν. Ούτε ο Δαβίδ έκλαυσεν έτσι τον Ιωνάθαν τον φίλον του, ο οποίος είχε φονευθεί εις τον πόλεμον, ή αργότερα τον υιόν Αβεσσαλώμ. Από τους οποίους ο μεν Ιακώβ, σπαρασσόμενος από την πατρικήν του αγάπην, εφώναζεν ότι ήρπασε τον Ιωσήφ κακόν και ανήμερον θηρίον και έβαλε μπροστά του το καταματωμένον ένδυμα του παιδιού του και το αγκάλιαζε σαν να ήτο η σάρκα του παιδιού υποφέρων φοβερά αλλά και παρηγορούμενος με αυτό. Ο δε Δαβίδ πότε μεν καταράται τα όρη εις τα οποία έγινεν ο πόλεμος λέγων, «όρη Γελβουέ, είθε να μη πέσει επάνω σας ούτε βροχή ούτε δροσιά», ή «πως εχάθη το τόξον και η δύναμις του Ιωνάθαν», άλλοτε δε πάλιν προσπαθεί να δικαιολογήσει, ωσάν να μην είχε κάνει κανένα κακόν, εκείνον ο οποίος είχε προσπαθήσει να φονεύσει τον πατέρα του και κάνει σπονδάς εις τον νεκρός, ίσως ακριβώς επειδή ελυπείτο περισσότερο δια το παιδί επειδή είχεν υψώσει χείρα κατά του πατρός του. Διότι αυτό ακριβώς σημαίνει πατήρ. Εκείνον τον οποίον επολέμησεν ως εχθρόν όταν του επετέθη, τον επόθησεν ως φίλον όταν απέθανεν. Και έτσι η φύσις ενίκησεν την έχθραν, από την οποίαν δεν υπάρχει τίποτε πιο βίαιον.

Είναι δε φοβερόν και το να ευρίσκεται η κιβωτός εις χείρας αλλοφύλων, να έχει κατεδαφισθεί η Ιερουσαλήμ και να πατήται από τους εχθρούς, οι υιοί της Σιών, οι τίμιοι και ισάξιοι με τον χρυσόν, να πορεύωνται εις την αιχμαλωσίαν και να παραμένουν ακόμη και σήμερα διεσκορπισμένοι και να αποτελούν λαόν ξένον και πάροικον εις την οικουμενην. Είναι δε επίσης φοβερά και εκείνα τα οποία βλέπομεν και ακούομεν σήμερα. Χώραι αι οποίαι επαναστατούν και μυριάδες αι οποίαι φονευόνται, και γη η οποία αποκάμνει από τα αίματα και τα πτώματα, και λαός ξενόγλωσσος ο οποίος πορεύεται εις την ξένην χώραν ωσάν να είναι ιδική του. Ας μη κατηγορήσει κανείς δι΄ανανδρίαν εκείνους οι οποίοι ηγωνίσθησαν πριν από ημάς, διότι αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι παρ’ ολίγον να έπαιρναν ολόκληρον την οικουμένην με το μέρος των, αλλά ας κατηγορήσει την κακίαν μας και την ασέβειαν η οποία επικρατεί κατά της Τριάδος. Αυτά είναι φοβερά και πολύ περισσότερον από φοβερά. Ποίος από εκείνους οι οποίοι έχουν πάθει κάτι, ή έχουν υποφέρει μαζί με τους άλλους, και οι οποίοι γνωρίζουν να δοκιμάζουν συμφοράς, θα αντείπη; Αλλά τίποτε δεν είναι τόσον μέγα όσον η ειρήνη η οποία διώκεται, η ευπρέπεια και η τάξις της Εκκλησίας, η οποία έχει απογυμνωθεί, και το παλαιόν αξίωμα το οποίον έχει καταλυθεί. Και η τάξις έχει τόσον πολύ αναστραφή, ώστε προηγουμένως είχαμε γίνει λαός και έθνος, μολονότι προηγουμένως δεν είμεθα τίποτε από τα δυο, τώρα διατρέχουμε τον κίνδυνον, ενώ είμεθα λαός πολύ μεγάλος και έθνος, να καταλήξωμεν πάλιν, αφού διασκορπιστήκαμε, να μην είμεθα ούτε λαός ούτε έθνος, όπως είμεθα εις την αρχήν, όταν ακόμη δεν σε είχαμεν αρχηγόν, και δεν είχαμε συνενωθεί κάτω από το ίδιον όνομα και τάγμα.

Και πραγματικά φαίνεται ότι είναι ευκολότερον να προκαλέσει  κανείς την αποτυχίαν παρά να διατηρήσει την ευτυχίαν. Έτσι συνέβη και με μας οι οποίοι, όταν μεν επολεμούμεθα είχαμεν γίνει ισχυρότεροι από τους διωγμούς και είχαμεν ομονοήσει, μετά δε από την συγκέντρωσιν μας έχομεν χωρισθεί. Διότι ποιος ορθώς σκεπτόμενος δεν θα θρηνούσε δια την παρούσαν κατάστασιν; Ποιος δε θα ημπορέσει να εύρει λόγους ικανούς να περιγράψουν το μέγεθος της συμφοράς; Να ειρηνεύουν μεν οι λησταί, τους οποίους έχει συνδέσει η κακία, εκείνοι οι οποίοι υπηρετούν τους τυράννους, ή εκείνοι οι οποίοι συμμετέχουν εις κλοπάς, εις στάσεις ή εις συνωμοσίας, οι συνεργοί εις μοιχείας, ακόμη δε και οι σχηματισμοί των χορών και τα τάγματα των στρατών και τα πληρώματα των πλοίων – διότι θα παραλείψω να ομιλήσω δια τους κλήρους οι οποίοι διαιρούνται εξ’ ίσου, δια τας αντιθέτους πολιτείας, δια την διαδοχήν των λειτουργιών και αρχών, αι οποίαι προχωρούν κατά νόμον και κατά τάξιν, ακόμη και την πολυεγκωμιασμένη εκείνην σοφοστική ή γραμματικην, δια να μη λέγω φιλοσοφίαν, δια την οποίαν λυσσά και γίνεται εκτός εαυτήν η φιλοδοξία των νέων – και αυτήν μεν να την βλέπει κάνεις να παρουσιάζει ωρισμένας διαφωνίας, αλλά ως επί το πλείστον να ειρηνεύει, ημάς δε ανικάνους να πλησιάζωμεν ο ένας τον άλλο και να ομονοήσωμεν, και να μη ημπορούμεν να συμφωνήσωμεν, ούτε να ευρεθεί κάποιος λόγος ο οποίος να ημπορεί να θεραπεύσει αυτήν την ασθένειαν, αλλά ως διδάσκαλοι και οπαδοί της κακίας και όχι της αρετής, να ευρίσκωμεν μεν πολλάς αφορμάς δια πρόκλησιν διασπάσεως και συκγρούσεων, να φροντίζωμεν δε ελάχισρα, ή και καθόλου, δια την ομόνοιαν. Αν και όταν μεν στασιάζουν αυτοί, η στάσις δεν οδηγεί σε τίποτε φοβερόν. Μάλιστα δε είναι και καλύτερον να διαφωνούν από αυτούς παρά να έχουν όλοι το ίδιο φρόνημα. Διότι ποιος λογικός άνθρωπος θα ημπορούσε να επαινέσει την ομογνωμίαν η οποία επιδιώκει το κακόν;

Ημάς δε εάν μας ερωτούσε κάποιος, «τι θεωρείτε πιο πολύτιμον και τι εκτιμάτε περισσότερον»; Θα ημπορούσαμε να του απαντήσωμεν αμέσως, «την αγάπη». Διότι «ο Θεός μας είναι η αγάπη», όπως έχει ειπεί το άγιον Πνεύμα, και αυτό το πράγμα ευχαριστείται να ακούει περισσότερον από οτιδήποτε άλλο ο Θεός. Ποιος δε είναι το κύριον θέμα του νόμου και των προφητών; Ο ευαγγελιστής δεν θα άφηνε να απαντήσωμεν τίποτε άλλο από αυτό. Δια ποιον λόγον λοιπόν, ημείς οι οποίοι ανήκομεν εις την αγάπην, και μισούμεν και μισούμεθα; Και ημείς οι οποίοι ανήκομεν εις την ειρήνην διεξάγομεν ένα ακήρυκτον και ακατάπαυστον πόλεμον; Και ενώ ανήκομεν εις τον ακρογωνιαίον λίθον διαφωνούμεν και συγκρουόμεθα; Και ενώ ανήκομεν εις τον Λόγον είμεθα γεμάτοι από τόσην σιωπήν, ή παραλογισμόν ή τρέλλαν, ή δεν ξέρω αλλιώς να το ονομάσω, ώστε εις την τροφήν και τον ύπνον και το τραγούδι και τας πιο αισχράς απολαύσεις, όπως λέγουν, υπάρχει κορεσμός, και υπάρχει κορεσμός εις όλα, όχι μόνον εις τα δυσάρεστα αλλά ακόμη και εις τα πιο ευχάριστα και τα πάντα αναμιγνύονται και μεταπηδούν το ένα εις το άλλο. Εις ημάς όμως δεν υπάρχουν όροι εις το να κτυπά και να κτυπάται κανείς, όχι μόνον εν σχέση προς τους αλλοδόξους, οι οποίοι διαφέρουν ως προς δόγματα της πίστεως (διότι αυτό θα ήτο ολιγώτερον κακόν και ο ζήλος δι’ επαινετά πράγματα αποτελεί επαρκή αιτιολογίαν, όταν περιορίζεται μέσα εις ωρισμένα όρια),  αλλά και προς τους ομοδόξους, οι οποίοι πολεμούν επίσης τους αλλοδόξους και αγωνίζονται δια τα ίδια πράγματα. Αυτό δε ακριβώς είναι το χειρότερο και το πιο φοβερό.

 

(ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
«ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ  ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑ
ΤΟΜΟΣ 1ος ΣΕΛ. 329-337)



 
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΚΑΙ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ
 
ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΦΟΥ κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Κυριακή               5 Οκτωβρίου(Εσπερινός)           :             ΠΑΦΟΣ,Αγ.Κενδέας
Πέμπτη                9 Οκτωβρίου                            :             ΜΑΝΔΡΙΑ
Κυριακή               12 Οκτωβρίου                          :             ΚΕΛΟΚΕΔΑΡΑ
Παρασκευή           17 Οκτωβρίου(Εσπερινός)         :             ΚΟΥΚΛΙΑ
Κυριακή               19 Οκτωβρίου                          :             ΠΡΟΔΡΟΜΙ
Δευτέρα               20 Οκτωβρίου (Εσπερινός)        :             ΕΠΙΣΚΟΠΗ
Τετάρτη               22 Οκτωβρίου(Εσπερινός)         :             ΚΟΝΙΑ
Σάββατο              25 Οκτωβρίου(Εσπερινός)          :            ΠΑΦΟΣ,Αγ.Δημήτριος
Κυριακή               26 Οκτωβρίου                          :             ΚΑΤΩ ΠΛΑΤΡΕΣ
Τρίτη                   28 Οκτωβρίου                          :             ΠΑΦΟΣ, Άγιος Θεόδωρος (Θα προστεί της καθιερωμένης Δοξολογίας με την ευκαιρία της εθνικής επετείου)
 
ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΡΣΙΝΟΗΣ κ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Κυριακή               5 Οκτωβρίου                           :             ΠΟΛΙΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ
Παρασκευή          11 Οκτωβρίου(Εσπερινός)         :             ΚΙΣΣΟΝΕΡΓΑ
Κυριακή              12 Οκτωβρίου                          :             ΑΝΑΒΑΡΓΟΣ
Σάββατο              18 Οκτωβρίου                         :             ΚΟΥΚΛΙΑ
Κυριακή              19 Οκτωβρίου                          :             ΓΕΡΟΣΚΗΠΟΥ,Αγ.Παρασκευή
Κυριακή              19 Οκτωβρίου(Εσπερινός)         :             ΠΟΛΙΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ
Σάββατο              25 Οκτωβρίου(Εσπερινός)        :             ΦΟΙΤΗ
Κυριακή              26 Οκτωβρίου                          :             ΠΑΡΑΜΑΛΙ
Τρίτη                  28 Οκτωβρίου                          :             ΠΟΛΙΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ (Θα προστεί της καθιερωμένης Δοξολογίας με την ευκαιρία της εθνικής επετείου)
 
 
ΠΑΝΟΣΙΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ κ. ΤΥΧΙΚΟΥ
Κυριακή              5 Οκτωβρίου                             :              ΚΙΣΣΟΥΣΑ
Δευτέρα              6 Οκτωβρίου                             :              ΠΑΦΟΣ,Αγ.Κενδέας
Πέμπτη               9 Οκτωβρίου                             :              ΚΕΡΕΠΙ
Κυριακή              12 Οκτωβρίου                           :              ΒΑΣΑ ΚΟΙΛΑΝΙΟΥ
Κυριακή              19 Οκτωβρίου                           :              ΚΑΛΛΕΠΕΙΑ
Τρίτη                  21 Οκτωβρίου                           :              ΕΠΙΣΚΟΠΗ
Πέμπτη               23 Οκτωβρίου                           :              ΚΟΝΙΑ
Σάββατο             25 Οκτωβρίου(Εσπερινός)          :              ΝΙΚΟΚΛΕΙΑ
Κυριακή              26 Οκτωβρίου                           :             ΠΑΦΟΣ,Αγ.Δημήτριος
Πέμπτη               30 Οκτωβρίου                           :             ΣΤΑΤΟΣ-ΑΓ.ΦΩΤΙΟΣ
 
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΠΑΣΑΒΒΑΣ
Κυριακή  5 Οκτωβρίου  : ΘΕΛΕΤΡΑ
Κυριακή 26 Οκτωβρίου : ΑΝΑΡΙΤΑ

ΠΑΥΛΟΣ ΑΡΚΟΥ
Κυριακή 12 Οκτωβρίου : ΓΟΥΔΙ
Κυριακή 19 Οκτωβρίου : ΚΑΝΝΑΒΙΟΥ
Κυριακή 26 Οκτωβρίου : ΧΟΛΕΤΡΙΑ
 
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΙΤΣΙΟΥΝΗΣ                                
Κυριακή 12 Οκτωβρίου : ΜΕΣΟΓΗ
Κυριακή 19 Οκτωβρίου: ΑΡΟΔΕΣ
Κυριακή 26 Οκτωβρίου: ΣΤΑΤΟΣ-ΑΓ.ΦΩΤΙΟΣ
 
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ                                    
Κυριακή 5 Οκτωβρίου   : ΤΙΜΗ
Κυριακή 19 Οκτωβρίου : ΛΕΜΠΑ

 
ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Θεόδωρος Αντωνιάδης, Θεολόγος, Γεώργιος Σαββίδης, Θεολόγος, Δημήτριος Σμυρλής,  Θεολόγος, Φιλόλογος.
 

 Διαβάστε τους προηγούμενους Μήνες εδώ 

Διαβάστε για τις Λειτουργίες και τα κηρύγματα της εβδομάδας εδώ