English  Αρχική Σελίδα   Μητρόπολη   Μητροπολίτης   Eπισκοπή Αρσινόης  Επικοινωνία

       
  Δελτίο Κηρυγμάτων    

  
   Τυπικαί Διατάξεις
 
  
      Εορτολόγιον
 

  
Καταστατικό Εκκ. Κύπρου

 

  
Περιοδικό Απ. Βαρνάβας
 

 

 

 

 

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ)
Απόστολος: Β΄ Κορ. Στ΄16- ζ΄ 1
Ευαγγέλιο: Ματθ. ιε΄ 21-28
6 Φεβρουαρίου 2011
 
            Είδαμε, μέσα από την σημερινή ευαγγελική περικοπή, μια γυναίκα Χαναναία, που δεν καταγόταν δηλαδή από τον εκλεκτό λαό του Ισραήλ, να ανερεί με την πράξη της την πίστη των φαρισαίων περί «αποκλειστικότητας της σωτηρίας». Πίστευαν δηλαδή οι φαρισαίοι ότι μόνο αυτοί μπορούσαν να σωθούν γιατί κατάγονταν από το εβραϊκό έθνος, ενώ όλοι οι άλλοι λαοί αποτελούσαν το βδέλυγμα, την περιφρόνηση του Θεού και τους ονόμαζαν μάλιστα με μια λέξη «κύνες», σκυλιά. Πίστευαν ότι κάθε ξένος λαός ήταν ταυτόχρονα και άπιστος, ενώ οι ίδιοι είχαν την πεποίθηση ότι ήταν οι πιστοί. Μα η πίστη δεν περιορίζεται σε έθνη και λαούς. Αυτό το αποδεικνύει η Χαναναία, η οποία,  μέσω της διακριτικής στάσης που παίρνει ο Χριστός απέναντι της, κατορθώνει να φανερώσει σε όλους την βαθειά πίστη που έκρυβε μια γυναίκα, και μάλιστα αλλοεθνής.
            Έτσι, ενώ βλέπουμε τον εκλεκτό λαό του Ισραήλ, ουδέποτε να αναγνωρίζει τον Χριστό ως τον αναμενόμενο Μεσσία, αλλά ούτε και να ζητά το έλεός Του, παρά μόνο να τον αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση, εντούτοις ακούμε σήμερα μια αλλοεθνή γυναίκα την Χαναναία, να του φωνάζει: «ελέησόν με, Κύριε, Υιέ Δαυίδ». Τον αναγνωρίζει ως τον Κύριο και τον αναμενόμενο Μεσσία απόγονο του Δαυίδ και αυτή η βεβαιότητά και η πίστη της δεν είναι καθόλου επιφανειακή. Αποδεικνύεται η πίστη της πρώτα με την υπομονή και την επιμονή της. Αν δεν πίστευε ακράδαντα στον Χριστό ως σωτήρα, θα εγκατέλειπε την προσπάθειά της με την πρώτη περιφρόνηση του Χριστού, πράγμα που δεν βλέπουμε να κάνει. Ύστερα αν η πίστη της ήταν χλιαρή, δεν θα μπορούσε να φτάσει, στην ταπείνωση και στον εξευτελισμό, με το να δεχθεί τους λόγους του Χριστού ότι είναι  «σκυλί». Ο εγωισμός του άπιστου ανθρώπου δεν του δίνει αυτό το δικαίωμα. Όμως η Χαναναία όχι μόνο δέχεται τους ταπεινωτικούς αυτούς λόγους, αλλά βάζει και την θέση της στη θέση του σκυλιού που ζητά το έλεος του Θεού, και μάλιστα, που αρκείται μόνο στα ψίχουλα. Και η θεραπεία της κόρης της ήταν μόνο ψίχουλα του ελέους του Θεού.
            Ο Χριστός βέβαια ως παντογνώστης που γνωρίζει τα κρύφια της καρδίας του καθ’ ενός χειρίζεται ως σωστός παιδαγωγός την περίπτωση της Χαναναίας. Αφενός μεν, για να δοκιμάσει τη πίστη της και μέσω της ταπείνωσης να την οδηγήσει στην σωτηρία, αφετέρου δε για να ξεσκεπάσει την υποκρισία των φαρισαίων. Να αποδείξει τέλος,  στους μαθητές Του και στους καλοδιάθετους ανθρώπους, ότι ο Θεός δεν κρύβεται πίσω από έθνη και λαούς αλλά αγκαλιάζει «πάντα τα έθνη» με την ίδια στοργή και αγάπη. Μέτρο της κρίσης Του, είναι πάνω από όλα η πίστη, η οποία επιβεβαιώνεται όπως είδαμε, με την υπομονή, την επιμονή και την ταπείνωση της Χαναναίας.
            Η στάση των φαρισαίων από την μια και η στάση της Χαναναίας από την άλλη, χαρακτηρίζει άριστα τους ανθρώπους κάθε εποχής, καθώς και τη στάση τους  έναντι του Θεού και της σωτηρίας τους. Οι πρώτοι που θα αρκεστούν να πουν ότι συγκαταλέγονται ανάμεσα στους εκλεκτούς  του Θεού, θα παραμείνουν σε μια αυτοδικαίωση και παράλληλα σε περιφρόνηση των άλλων ως «αμαρτωλών», πράγμα που θα τους φέρει σε αντίθεση με την κρίση του Θεού. Οι δεύτεροι θα αναζητήσουν τον Χριστό και αφού τον βρουν θα αναφωνήσουν μαζί με την Χαναναία «Κύριε, Υιέ Δαυίδ ελέησόν με». Έτσι θα φτάσουν στο έλεος του Θεού μέσα από την ταπείνωση και την αληθινή πίστη.
            Όταν ο άνθρωπος προσεγγίζει τον Θεό και τον προσεγγίζει κυρίως με την προσευχή απευθύνοντάς του συνήθως αιτήματα, τα αιτήματα αυτά για να γίνουν δεκτά από τον Θεό και να εισακουστούν πρέπει να πηγάζουν από δύο κυρίως πηγές, όπως ακριβώς και της Χαναναίας, την πίστη και την ταπείνωση.
  •  Η πίστη είναι μια από τις κορυφαίες πνευματικές αρετές που πρέπει να κοσμεί τον χριστιανό. Αυτή ακριβώς η πίστη εκφράζεται μέσα από την επιμονή και επιβεβαιώνεται μέσα από την υπομονή και ιδιαίτερα την ταπείνωση. Βλέπουμε τον Χριστό σήμερα να δοκιμάζει την πίστη της Χαναναίας, μέχρι τέλους. Στην ζωή του χριστιανού θα έρθουν και θλίψεις και αρρώστιες, που πολλές φορές να νιώσει ότι εγκαταλείφθηκε από τον Θεό. Όταν τον παρακαλούμε και αυτός φαινομενικά δεν ακούει τις προσευχές μας, ή δεν μας απαλλάσσει από κάτι δυσάρεστο που μας βρήκε ή δεν μας χαρίζει κάτι το ποθούμενο για μας, είναι γιατί, ο Ίδιος ξέρει καλύτερα τι θα μας ωφελήσει και τι μας οδηγήσει στον πνευματικό θάνατο. Αλλά και όπως είδαμε σήμερα είναι και με δοκιμασία που θα ξεχωρίσει ο Θεός τους εκλεκτούς Του. Αν εμείς μείνουμε σταθεροί στην πίστη μας μέχρι τέλους και δεν ολιγοψυχήσουμε, τότε σαν πραγματικοί πιστοί θα αποτελέσουμε το παράδειγμα για τους άλλους.
  • Έπειτα η ταπείνωση μας βοηθά να κρίνουμε με αυστηρότητα τον εαυτό μας και να αντιμετωπίζουμε με επιείκεια τους άλλους, όπως και η μάνα το παιδί της. Θα πρέπει να μην αυτό-δικαιώνουμε τους εαυτούς μας όπως οι φαρισαίοι, και να κατακρίνουμε τους άλλους. Αλλά να κρίνουμε, αυστηρά τον εαυτό μας και να ζητούμε το έλεος από τον Θεό ως δούλοι αχρείοι, ενώ να βλέπουμε τα όποια ελαττώματα του αδελφού μας με αγάπη και κατανόηση. Ο εγωισμός δεν φέρνει ποτέ καλά αποτελέσματα. Ο διάβολος εξέπεσε από άγγελος φωτός και έγινε ο διάβολος εξαιτίας του εγωισμού του. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας για τους υπερηφάνους λέει ότι: «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται». Είναι δηλαδή εχθρός του Θεού ο υπερήφανος, ενώ «ταπεινοίς δε δίδωσιν χάριν» στους ταπεινούς δίδει την χάρη Του.
Τόσο η πίστη όσο και η ταπείνωση είναι κορυφαίες αρετές και χρειάζονται αγώνα και κόπο για να αποκτηθούν. Χρειάζονται επιμονή, υπομονή και αγώνα για την κατάκτησή τους, γιατί χωρίς αυτές τις αρετές  δεν σώζεται κανείς.
Ας αποφύγουμε λοιπόν την υποκρισία των φαρισαίων. Ας μείνουμε μακριά από την όποια αυτό-δικαίωση, ή  και την κατάκριση των άλλων. Στο πρόσωπο του οποιουδήποτε άλλου κρύβεται η εικόνα του ίδιου του Θεού για την οποία ήρθε στον κόσμο ο Υιός του Θεού και ο οποίος σταυρώθηκε για να την σώσει. Ας έχει ο καθένας σαν πρότυπο την Χαναναία, και ιδιαίτερα τον τρόπο που προσεγγίζει τον Χριστό, δηλαδή με πίστη και ταπείνωση. Μόνο έτσι θα εισακουστούν οι προσευχές μας από το Θεό και θα μπορεί να πει και σε μας «μεγάλη σου η πίστις γεννηθήτω σοι ως θέλεις ».
 
Αρχιμανδρίτης Τυχικός

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)                                                            
Απόστολος: Β΄ Τιμ. γ' 10 – 15  
Ευαγγέλιο: Λουκ. ιη΄ 10 – 14
13 Φεβρουαρίου 2011       
                                         
«Κατέβη ούτος  δικαιωμένος εις τον
οίκον αυτού, ή γαρ εκείνος»
(Λουκ. ιη΄ 14).
 
Δυο χαρακτηριστικούς τύπους ανθρώπων της καθημερινής ζωής μας παρουσιάζει ο Κύριος, μέσα από τη σημερινή παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Δυο τύπους ανθρώπων, που αν και έζησαν σε διαφορετική εποχή, εντούτοις, τους συναντούμε διαχρονικά σε κάθε εποχή και σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία. Για τούτο και η αναφορά σ’ αυτούς είναι πάντοτε επίκαιρη, γιατί στο πρόσωπό τους μπορεί να διακρίνουμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Άρα, μας προσφέρεται η δυνατότητα, μέσα από τη σύγκριση, να προλάβουμε δυσάρεστες καταστάσεις και να βελτιώσουμε τον εαυτό μας.
Δυο άνθρωποι, λοιπόν, όμοιοι, αλλά και διαφορετικοί μεταξύ τους. Και οι δύο αισθάνονται την ανάγκη να προσευχηθούν. Και οι δύο κάνουν χρήση του πολύτιμου δώρου του Θεού προς τον άνθρωπο, που είναι το δώρο της προσευχής, μέσα από την οποία ο Θεός εκφράζει τη συγκατάβασή του, αφού δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να συνομιλεί μαζί του. Την ίδια όμως στιγμή, μέσα από την προσευχή, αποκαλύπτεται και ο άνθρωπος που προσεύχεται. Μέσα από την προσευχή, που είναι συνομιλία με το Θεό, καθρεφτίζεται η ψυχή του ανθρώπου, γιατί αυτοαποκαλύπτεται ο άνθρωπος. Αν μέσα από την προσευχή ζητά ο άνθρωπος το έλεος του Θεού, τότε βρίσκεται στο σωστό δρόμο, αφού αποφεύγει την παραπλάνηση κατ’ αρχάς του εαυτού του και στη συνέχεια του περιβάλλοντός του. Αν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει ότι ο μόνος τέλειος και αναμάρτητος είναι ο Θεός, τότε, αμέσως, αναγνωρίζει ότι ο ίδιος είναι ατελής και αμαρτωλός. Αντίθετα, αν το κριτήριο της τελειότητας είναι ο άνθρωπος και όχι ο Θεός, τότε οδηγείται στην πλάνη της αναμαρτησίας και άρα της αυτοδικαίωσης, όπως έγινε σήμερα και με το Φαρισαίο του Ευαγγελίου. Μάλιστα, μέσα από την αυτοδικαίωση, θεωρεί το Θεό οφειλέτη και όχι τον ίδιο οφειλέτη έναντι του Θεού. Δηλαδή, θεωρεί ότι με τις αρετές που έχει του χρωστά ο Θεός και ότι ο ίδιος ως τέλειος δε χρωστά τίποτε και σε κανένα.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, θέλοντας να μας προφυλάξει από αυτή την πλάνη, μας προειδοποιεί χωρίς περιστροφές: «Αν ισχυριστούμε πως είμαστε αναμάρτητοι, εξαπατούμε τον εαυτό μας και δε λέμε την αλήθεια. Αν όμως ομολογούμε τις αμαρτίες μας, ο Θεός, που είναι αξιόπιστος και δίκαιος θα συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και θα μας καθαρίσει από κάθε άδικη πράξη. Αν ισχυριστούμε πως δεν έχουμε ποτέ αμαρτήσει, βγάζουμε ψεύτη το Θεό και ο λόγος του δε ζει μέσα μας» (Α΄ Ιωάν. α΄ 8 – 10).
Τα πιο πάνω λόγια του Ευαγγελιστή Ιωάννη επιβεβαιώθηκαν μέσα από τα πρόσωπα της σημερινής παραβολής. Ο Τελώνης, που ήταν πραγματικά άδικος και αμαρτωλός, μετανόησε και προσβλέποντας στην αξιοπιστία και τη δικαιοσύνη του Θεού κατέφυγε κοντά του, όπου και βρήκε τη δικαίωση, αφού, όπως ακούσαμε σήμερα τον Κύριο, «κατέβη ούτος δεδικαιωμένος». Η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς του και η καταφυγή του στο Θεό με ταπείνωση, του εξασφάλισε τη δικαίωση και άρα τη συγχώρεση από το Θεό. Αντίθετα, ο Φαρισαίος, έστω κι αν διέθετε πλήθος αρετών και μοναδική ευσέβεια, εντούτοις, στο τέλος αποδοκιμάστηκε από το Θεό. Όσο ευσεβής κι αν ήταν, όσο ενάρετη ζωή κι αν έζησε, τα έσβησε όλα μέσα από το πάθος του εγωισμού αλλά και της εμπάθειας προς τους άλλους, και ιδιαίτερα τον αμαρτωλό Τελώνη. Ύψωσε τον εαυτό του πάνω από όλους κι από όλα. Οι «αρετές» του καθώς και η ευσέβειά του εγίνοντο μόνο «προς το θεαθήναι» και όχι από πραγματική αγάπη. Αυτές τις «αρετές» ήρθε να τις «αποκαλύψει» στο Θεό, αλλά και στους ανθρώπους την ιερή στιγμή της προσευχής, αφαιρώντας από το Θεό την παντογνωσία και την ικανότητα να κρίνει δίκαια. Μάλιστα, έφτασε, έστω και έμμεσα, να υποδείξει στο Θεό ότι ο μόνος αναμάρτητος είναι ο εαυτός του και ότι οι συνάνθρωποί του, καθώς και ο Τελώνης, είναι η προσωποποίηση της αμαρτίας, αφού είναι «άρπαγες, άδικοι και μοιχοί».
Αυτή η περιφρόνηση με την οποία αντιμετώπιζαν τους άλλους ανθρώπους, έστω κι αν ήταν οι χειρότεροι αμαρτωλοί, γεγονός που το ομολόγησε και ο ίδιος ο Τελώνης, έκαναν τον Κύριο να διηγηθεί τη σημερινή παραβολή. Μέσα από την ετυμηγορία του, ο Κύριος επιβεβαίωσε αυτό που εφανέρωσε με την ίδια τη ζωή του. Ότι ο δρόμος που οδηγεί στον ουρανό είναι ο ίδιος που οδήγησε και τον Κύριο στη γη. Και αυτός είναι ο δρόμος της ταπείνωσης. Κατά τον Απόστολο Παύλο, ο Ιησούς Χριστός «εαυτόν εκένωσεν μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. β’ 7 – 8). Όλα τα απαρνήθηκε ο Κύριος. Αν και Θεός, πήρε μορφή δούλου κι έγινε άνθρωπος και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Αυτή η ταπείνωση κι αυτή η αγάπη προς τον κόσμο αποτελεί διαχρονικά το πρότυπο που καλούμαστε να μιμηθούμε. Ένα πρότυπο που ξέρει να θυσιάζεται για τους άλλους, με μοναδικό κίνητρο την αγάπη. Αντίθετα, ο Φαρισαίος ήταν εξ ολοκλήρου απορροφημένος από τον εαυτό του. Ειδωλοποίησε τον εαυτό του και τον ανέβασε στο πιο ψηλό βάθρο. Από το ύψος που βρισκόταν έβλεπε τους άλλους με περιφρόνηση. Σε ότι αφορά δε την προσευχή του, αυτή ήταν ένα εγκώμιο του εαυτού του και όχι ένας ύμνος προσευχής προς το Θεό. Υψώνει το βλέμμα στο Θεό, αλλά στην πραγματικότητα εκεί φαντάζεται τον εαυτό του. Αντί να ευχαριστήσει το Θεό για τα όσα του έχει προσφέρει, αντίθετα, τον ευχαριστεί γιατί «διαφέρει» από τους άλλους. Έμμεσα σαν να λέει στο Θεό: «Σε λυπάμαι γιατί δεν έχεις άλλους πιστούς και αφοσιωμένους εκτός από μένα»!!! Δεν είπε το «ευχαριστώ» στο Θεό γιατί τον επροφύλαξε από την αρπαγή, την αδικία και την αμαρτία. Σαν να ήθελε να πει: «ό,τι καλό έκανα στη ζωή μου είναι μόνο κατόρθωμα δικό μου». Λησμονεί το του Παύλου «χάριτι Θεού ειμί ό ειμί».
Αδελφοί μου, η σωτηρία δεν κερδίζεται με ψεύτικους τίτλους και φαρισαϊκά αυτολιβανίσματα. Η σωτηρία κερδίζεται με την πραγματική συμφιλίωση με το Θεό. Και αυτή τη σωτηρία την επέτυχε ο Τελώνης, τόσο με τη στάση του, αφού δεν τολμούσε να υψώσει το βλέμμα του στον ουρανό, λόγω της συναίσθησης της αμαρτωλότητός του, όσο και με τη σύντομη προσευχή του «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Έτσι, ειλικρινής μετάνοια και ταπείνωση του εξασφάλισαν τη δικαίωση και τη σωτηρία. Και το «Τριώδιο» που αρχίζει σήμερα έχει σαν στόχο να μας οδηγήσει στην πραγματική σωτηρία. Ας αποφύγουμε, λοιπόν, τον εγωισμό και την εμπάθεια του Φαρισαίου. Αντίθετα, μέσα από την περισυλλογή και τη συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας ας οδηγηθούμε στην αυτογνωσία του Τελώνη. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ (ΑΣΩΤΟΥ)
Απόστολος: Εβρ. ια΄ 24-26, 32-40
Ευαγγέλιο: Λουκ. ιε΄ 11-32
20 Φεβρουαρίου 2011
                        
«Και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού»
 
    Η παραβολή του ασώτου την οποία ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο, είναι η ωραιότερη των παραβολών. Τι μας λέει ο Κύριος με την παραβολή αυτή;
    Κάποιος Πατέρας είχε δυο γιούς. Ο μικρότερος ζητά επιτακτικά από τον πατέρα του, να του δώσει το μερίδιο της περιουσίας που του ανήκει. Και δέχεται ο πατέρας να του δώσει το μερίδιο του και αφού το πήρε έφυγε σε χώρα μακρινή, όχι για να εργαστεί, αλλά για να το σπαταλήσει στην ασωτία. Και εκεί «διεσκόρπισε την ουσία αυτού ζων ασώτως».
   Κατασπατάλησε την περιουσία του. Άρχισε να στερείται. Ήρθε και λιμός, πείνα, στον ξένο αυτόν τόπο και αναγκάστηκε αυτό το αρχοντόπαιδο να παρακαλέσει κάποιον για δουλειά, και αυτός τον έστειλε στα χωράφια του, να βόσκει χοίρους. Κατάσταση φοβερή και θλιβερή, αφού και εκεί προσπαθούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι.
    Σε αυτή την τραγική κατάσταση θυμήθηκε την πλούσια ζωή που ζούσε στο σπίτι του πατέρα του. «Εις εαυτόν δε ελθών» είπε: Πόσοι εργάτες του πατέρα μου απολαμβάνουν την πλούσια ζωή, ενώ εγώ, το παιδί του ,«λιμώ απόλυμαι», πεθαίνω από την πείνα. Και τότε του ήρθε η φωτεινή σκέψη της επιστροφής. Θα επιστρέψω, πρέπει να επιστρέψω στον πατέρα, θα του ζητήσω συγχώρεση και θα τον παρακαλέσω να με δεχθεί έστω σαν υπηρέτη.
   Και, ευτυχώς, την σκέψη του την έκαμε πράξη. «Και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού».
   Περιγράφει στη συνέχεια ο Κύριος τη συγκινητική συνάντηση του ασώτου με τον πατέρα του. Πριν ακόμα πλησιάσει ο άσωτος στο σπίτι του, «έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και ευσπλαχνίσθη». Τον είδε από μακριά ο πατέρας και τον λυπήθηκε. Δεν περίμενε να έλθει κοντά του, αλλά «δραμών» (τρέχοντας) ο πατέρας «επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν». Πατέρα μου, λέγει με δάκρυα το μετανοιωμένο άσωτο παιδί, «ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου», δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι παιδί σου.
   Αλλά ο πατέρας, κρατώντας τον ακόμη στην αγκαλιά του, δίνει διαταγές στους υπηρέτες. Φέρτε του καλά φορέματα που φορούσε όταν ήταν κοντά μας. Φέρτε υποδήματα. Φέρτε δακτυλίδι στο χέρι του και σφάξετε το καλύτερο μοσχάρι για το παιδί μου αυτό, που ήταν νεκρό για μένα, και ζωντάνεψε και χαμένο και βρέθηκε. Και άρχισαν όλοι στο αρχοντικό να πανηγυρίζουν, «ήρξαντο ευφραίνεσθαι».
    Είναι άξια θαυμασμού η αγάπη του Πατέρα Θεού στον κάθε αμαρτωλό που επιστρέφει μετανοιωμένος κοντά Του. Ο Πατέρας μας, ο Θεός, περιμένει με αγάπη την επιστροφή μας, Και ακριβώς η αγάπη αυτή έκαμε τον άσωτο να επιστρέψει στον πατέρα, διότι ήξερε ότι θα τον δεχόταν, ότι θα τον συγχωρούσε, Αν ήξερε ότι ο πατέρας του ήταν σκληρός και θα τον έδιωχνε, δεν θα επέστρεφε.
    Για τούτο η παραβολή του ασώτου είναι το πιο ενθαρρυντικό κήρυγμα για επιστροφή και μετάνοια, όλων όσων απομακρυνθήκαμε πολύ ή λίγο από τον Θεό.
   Παρατηρούμε δε ότι όχι μόνον δέχεται τον άσωτο, αλλά και τον αποκαθιστά στην αρχική τιμητική θέση, πρώτα σαν παιδί του. Αυτό σήμαιναν τα φορέματα και τα υποδήματα που διατάσσει να του φέρουν και μάλιστα το δακτυλίδι που σημαίνει τον δεσμό που συνδέει τον πατέρα με τον υιό, αφού τότε το δαχτυλίδι ήταν ένα είδος επίσημης ταυτότητας των αρχοντικών οικογενειών. Ο μόσχος ο σιτευτός που θυσιάζει ο πατέρας για τον μετανοιωμένο υιό του είναι ο Σωτήρας μας, είναι ο Ιησούς Χριστός που θυσιάζεται στο Σταυρό, για να μας δώσει νέα δύναμη και ζωή, ξανακάνοντας μας παιδιά Του.
   Είναι άξιο προσοχής ότι ο Κύριος στην παραβολή χαρακτηρίζει νεκρό τον αμαρτωλό, που όμως ανασταίνεται με την μετάνοια, και χαμένο πρόβατο που ξαναβρίσκει το δρόμο του.
    Αλλά έχει και συνέχεια η παραβολή. Συνέχεια όχι ευχάριστη. Έχουμε τον μεγαλύτερο αδελφό που επιστρέφει από τα κτήματα. Μέχρι τώρα εργατικό, τίμιο, υπάκουο παιδί κοντά στον πατέρα. Έρχεται τώρα και βλέπει ασυνήθιστη κίνηση στο σπίτι. Ακούει μουσική. Δεν προχωρεί. Στέκεται μακριά και φωνάζει κάποιον υπηρέτη. – Τι είναι αυτά που βλέπω και ακούω; ρωτά. Και ο υπηρέτης όλος χαρά του λέει: – Ο αδελφός σου ο άσωτος επέστρεψε μετανοιωμένος και ο πατέρας σου τον δέχτηκε και διέταξε να σφάξουμε το εκλεκτό μοσχάρι και να γιορτάσουμε για την επιστροφή του αδελφού σου, που όπως είπε ο πατέρας σου νεκρός ήταν και αναστήθηκε και χαμένος και βρέθηκε.
   Το άκουσε ο μεγάλος γιός και γέμισε ζήλεια η ψυχή του. Οργίστηκε και δεν θέλησε να μπει στο σπίτι. Το μαθαίνει ο πατέρας και έρχεται και τον παρακαλεί λέγοντας του: «Παιδί μου, ο αδελφός σου ήλθε και έπρεπε να χαρείς». Αλλά αυτός με απότομο τρόπο του λέει: «Εγώ συνεχώς κάθομαι κοντά σου και δουλεύω και δεν μου έδωκες ένα κατσίκι να διασκεδάσω με τους φίλους μου και τώρα ήλθε αυτός ο γιός σου, δεν λέγει αδελφός μου, όπου σπατάλησε την περιουσία σου στην ασωτία, θυσίασες το καλύτερο μοσχάρι». Του θυμίζει ο πατέρας ότι «πάντα τα εμά σα έστιν». Το αποτέλεσμα; Δεν μας το λέγει, αν τελικά μπήκε στο σπίτι.
     Επισημαίνει ο Κύριος τον κίνδυνο που διατρέχουμε όσοι νομίζουμε ότι είμεθα εντάξει απέναντι στο Θεό. Ότι είμεθα άνθρωποι του Θεού, άνθρωποι της Εκκλησίας, όμως ίσως να μην έχουμε αγάπη στον αδελφό μας που τον θεωρούμε αμαρτωλό και τον περιφρονούμε και τον κατακρίνουμε και όμως, υπάρχει ο κίνδυνος αυτός να σωθεί και εμείς να μείνουμε έξω, μακριά από τον Πατέρα Θεό, έξω από το Παλάτι της Βασιλείας του Θεού, που και για μας ετοίμασε ο Θεός.
 
Γιώργος Σαββίδης
 
 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
 Απόστολος: Α’ Κορ. η' 8 -θ’ 2 
Ευαγγέλιο: Ματθ. κε΄ 31 – 46
27 Φεβρουαρίου 2011                                                
 
 
«Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου....»
 
Ελάτε, εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, να κληρονομήσετε την αιώνια βασιλεία των ουρανών.
Ποιος δεν θα ήθελε να ακούσει αυτά τα λόγια από τον Κύριό μας. Ασφαλώς είναι το ευτυχέστερο συναίσθημα που θα μπορούσε να νοιώσει ο άνθρωπος. Θα είναι αυτό το άκουσμα, η πλήρης ικανοποίηση, η επιβράβευση για τους αγώνες μιας ζωής. Θα είναι το τέλος της δύσκολης επίγειας ζωής με τις συνέπειές της αλλά και η αρχή της αιωνιότητας. Βρίσκονται φυσικά όλα αυτά πέραν από την ανθρώπινη λογική δυνατότητα κατανόησης. Γι’ αυτό όσο κι αν η ανθρώπινη φύση έχει έντονες ανησυχίες και δυσκολεύεται να πιστέψει την μετά θάνατο ζωή, ανησυχεί ενδόμυχα για το μέλλον της. Και η εικόνα αυτή επανέρχεται κάθε φορά που για μια πράξη νοιώθουμε τον έλεγχο της συνείδησής μας. Είναι εκείνο το κριτήριο, ένθετο μέσα στην ψυχή μας, που αξιολογεί κάθε πράξη ή σκέψη ή λόγο μας και μας πληροφορεί αλάνθαστα για την θετική ή αρνητική ποιότητα της συμπεριφοράς μας και μας ελέγχει ή μας ηρεμεί.
Αναφέρει λοιπόν, ο Κύριος μας, στην παραβολή της κρίσεως, έργα και παραλείψεις που θα μας κρίνουν, με αιώνιες συνέπειες που μετά το τέλος της ζωής μας, δεν επιδέχονται καμιά αλλοίωση ή διόρθωση. Ακούοντας για ακόμη φορά αυτή την παραβολή και τις προϋποθέσεις επιβράβευσης ή καταδίκης, διαπιστώνουμε ότι το είδος των έργων που ζητεί από εμάς ο Κύριος μας, είναι πολύ απλό, και τα έργα εύκολα. Δεν είναι δύσκολο να δώσουμε ένα ποτήρι νερό σ’ αυτόν που διψά, ή λίγο φαγητό στον πεινασμένο, κι όταν μάλιστα δεν μας λείπουν. Είναι άραγε τόσο κουραστικό να επισκεφτούμε έναν άρρωστο ή ένα φυλακισμένο και να πούμε ένα γλυκό λόγο παρηγοριάς. Πολύ απλές και ανώδυνες πράξεις. Ο καθένας μας μπορεί να τις κάνει με την μεγαλύτερη ευκολία. Τόσο εύκολα, που αν καταλαβαίναμε την ακριβή και μοναδική σημασία τους και πρακτικά τα εφαρμόζαμε, δεν θα υπήρχε άνθρωπος που να μην ακούσει τον Κύριο να του λέγει «δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου....», αλλά ούτε και δυστυχισμένοι άνθρωποι σ’ αυτόν τον κόσμο. Σκεφτείτε και την τύχη των άλλων. Αυτών που παρέλειψαν να δουν τον πλησίον τους με αγάπη και συμπόνια. Αυτών που τυφλωμένοι από τον εγωκεντρισμό τους δεν πρόσεξαν κάποιους δίπλα τους, που υπέφεραν. Προσπέρασαν αδιάφορα, απασχολημένοι με τον εαυτό τους και τα προβλήματά τους. Απέφυγαν να δουν και να εγκύψουν στις ανάγκες των συνανθρώπων τους. Δεν θέλησαν να διαθέσουν έστω και λίγο χρόνο, λίγο ενδιαφέρον, να πουν έναν καλό, παρηγορητικό λόγο. Τόσο απλά και εύκολα όλα αυτά, αλλά τόσο σημαντικά γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη, για λίγο νερό ή ένα κομμάτι ψωμί, ή λίγη κατανόηση στην αρρώστια και τη στενοχώρια τους. Αλλά άλλο τόσο σημαντικά είναι και για μας τους ίδιους. Είναι η υποθήκη του μέλλοντός μας.
Και είναι τόσο απλά και εύκολα, γιατί ο Πανάγαθος Θεός μας δεν είναι ούτε τιμωρός ούτε εκδικητής, παρά τα πολλά και μεγάλα λάθη που έχουμε κάνει και κάνουμε, στη καθημερινή μας ζωή. Ο σκοπός Του είναι να μας δεχτεί όλους στη βασιλεία Του, που από απέραντη αγάπη έχει ετοιμάσει για μας. Μας βλέπει με λύπη όταν παραβαίνουμε τις εντολές Του και περιμένει να αλλάξουμε τακτική, να γυρίσουμε κοντά Του. Μας αγαπά σαν πραγματικός πατέρας και ακόμη πολύ περισσότερο από τους φυσικούς μας γονείς. Αλλά και οι εντολές Του είναι εύκολες και πραγματοποιήσιμες, όπως αναφέρονται στην σημερινή παραβολή. Αν μάλιστα σκεφτούμε τις καθημερινές δυσκολίες που με άγχος προσπαθούμε να αντεπεξέλθουμε, αυτά που ζητεί από μας ο Θεός είναι παιχνίδια, αλλά παιχνίδια που έχουν τη σημασία αιώνιας επένδυσης. Ωστόσο έχουν και ακόμη μια άλλη χαρακτηριστική ανθρώπινη διάσταση. Ενώ προκαλούν σε μας βαθιά και αγνή ικανοποίηση, παράλληλα ευχαριστείται και ο Θεός. Αλλά πολύ περισσότερη χαρά δίνουν σε μας, πράξεις που συνοδεύονται από αγάπη. Γιατί αυτό είναι που κυρίως ζητεί από εμάς ο Κύριος. Οι απλές και εύκολες και ανώδυνες πράξεις που αναφέρει στην παραβολή, που είναι το κριτήριο για την κληρονομία της βασιλείας του Θεού, στηρίζονται στην αγάπη. Φυσικά δεν διαλαλούμε το ενδιαφέρον και την αγάπη προς τον πλησίον, τον συνάνθρωπό μας. Γιατί υπάρχουν και αυτοί που απλώς προς το θεαθήναι, για να τους δουν και να τους ακούσουν οι άλλοι, κάνουν αγαθοεργίες. Είναι ωστόσο αμφίβολο αν οι πράξεις τους διαπνέονται από αγάπη, οπότε και η αξία τους είναι περιορισμένη. Πρέπει λοιπόν η αγάπη μας να κινείται μακριά από σκοπιμότητες, να μην καθοδηγείται από προκαταλήψεις. Αγάπη ανιδιοτελής για οικείους, φίλους και γνωστούς, αλλοεθνείς και ξένους, ακόμη και εχθρούς. Αγάπη ειλικρινής, χωρίς υστεροβουλίες, χωρίς διακρίσεις. Αποτέλεσμα είναι αυτή η αληθινή αγάπη να συνδέει τους ανθρώπους, να αφαιρεί διαχωριστικές γραμμές. Στην πραγματική αγάπη δεν περιμένουμε ανταπόδοση. Μόνο δίνουμε, γιατί έτσι επιθυμούμε! Δίνουμε ένα κομμάτι από τον εαυτό μας. Δίνοντας, πλουτίζει η ψυχή μας! Δίνουμε την αγάπη από την ψυχή μας, γιατί αγαπούμε τον άλλο. Ας είναι λοιπόν μοναδικό συστατικό των πράξεών μας η αγάπη και στόχος μας η βασιλεία του Θεού, εδώ, και κοντά Του. Αμήν.
                                                                               
Δ.Γ.Σ.

 
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ
ΠΡΟΣ ΟΛΥΜΠΙΟ, ΠΕΡΙ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΟΣ

 

«Δεν είναι λοιπόν δυνατό αυτός που τάχτηκε με τη φαύλη ζωή του κάτω από την αρχή του σκότους, να λέει πως είναι αρχή του η αρχή κάθε αγαθού. Αλλά σκέφτεται όμοια μ’ εκείνους που εκλαμβάνουν τα θεία ονόματα προς το δικό τους συμφέρον, το ότι ονομάζεται και βασι­λιάς της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Αυτός δηλαδή που εύχεται κατά την υπόδειξη της προσευχής να του έρθει η βασιλεία του Θεού, όταν ακούσει ότι ο αληθινός βασιλιάς είναι βασιλιάς δι­καιοσύνης και ειρήνης, ασφαλώς θα πραγματοποιήσει στην ίδια τη ζωή του και τη δικαιοσύνη και την ειρήνη, για ν’ αποχτήσει βασιλιά του το βασιλιά της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Ως στρατό λοιπόν του βασιλιά εννοούμε όλη την αρετή. Γιατί με τη δικαιοσύνη και την ειρήνη νομίζω ότι πρέπει να εννοούμε όλες τις αρετές. Αν λοιπόν λιποτακτήσει κάποιος από τη στρατιά του Θεού και προσχωρήσει στην παράταξη των αλλοφύλων, και αφού γίνει οπλίτης του εφευρέτη της κακίας, αποβάλει το θώρακα της ειρήνης κι όλη την ειρηνική πανοπλία, πως αυτός θα τεθεί κάτω από τις διαταγές του βασιλιά της ειρήνης, αφού έγινε προ­δότης της αλήθειας; Είναι φανερό ότι το σήμα του οπλισμού του θα δείξει το βασιλιά, δείχνοντας τον οδηγό στο αποτύπωμα του βίου όπως την εικόνα την αποτυπωμένη στα όπλα. Πόσο καλότυ­χος είναι αυτός που τάχτηκε κάτω από τη θεία στρατηγία, έχει πε­ριληφθεί στα τάγματα των άπειρων μυριάδων και είναι οπλισμένος κατά της κακίας με τις αρετές που αποτυπώνουν επάνω σ' αυτόν που τις φόρεσε την εικόνα του βασιλιά!
Τι χρειάζεται να επεκτείνω το λόγο μου παραθέτοντας στη συνέχεια της εξέτασής μου όλες τις σημασίες που διερμηνεύει το όνομα του Χριστού και που μπορούν να μας οδηγήσουν στο βίο της αρετής, αφού το κάθε όνομα συντελεί οπωσδήποτε με τη σημασία του κάπως στην τελείωση της ζωής μας; Νομίζω όμως ότι είναι καλό να θυμηθούμε και ν' ανακεφαλαιώσομε όσα αναφέ­ραμε, ώστε να έχομε κάποιο οδηγό για το σκοπό του λόγου μου, που όρισε από την αρχή, πως δηλαδή θα επιτύχει κάποιος την τε­λειότητα. Γιατί νομίζω ότι, αν σκέφτεται αυτό πάντοτε, ότι είναι κοινωνός του ονόματος αυτού που προσκυνούμε και είναι χριστια­νός κατά τη διδασκαλία των αποστόλων, θα δείξει υποχρεωτικά κι επάνω στον εαυτό του τη δύναμη αυτών των ονομάτων με το να γίνει κοινωνός καθενός με τη ζωή του. Εννοώ το εξής μ' αυτό που λέγω. Τρία πράγματα χαρακτηρίζουν το βίο του χριστιανού, η πράξη, ο λόγος, η σκέψη. Από αυτά το πρώτο είναι η σκέψη. Αυτή γίνεται η αρχή κάθε λόγου και μετά τη σκέψη δεύτερος έρ­χεται ο λόγος, που κοινοποιεί με τη φωνή τη σκέψη που σχηματί­στηκε στο νου. Τρίτη στη σειρά ακολουθεί με το νου και το λόγο η πράξη, που πραγματοποιεί τις σκέψεις.
Όταν λοιπόν η σειρά της ζωής μας μάς οδηγήσει σε κάποιο από αυτά, είναι καλά να εξετάζομε με ακρίβεια τις θείες αυτές έν­νοιες κάθε λόγου και έργου και στοχασμού, με τις όποιες εννοού­με και ονομάζομε το Χριστό, για να μην ξεφεύγει έξω από τη δύ­ναμη εκείνων των υψηλών ονομάτων η το έργο μας η ο λόγος ή η σκέψη. Επειδή, όπως λέει ο Παύλος, καθετί που δεν προέρχεται από την πίστη είναι αμαρτία, μπορούμε σκεπτόμενοι έτσι κατ’ ακολουθίαν ν’ αποφανθούμε με σαφήνεια, ότι καθετί που δεν απο­βλέπει στο Χριστό, είτε λόγος είτε στοχασμός, αποβλέπει οπωσ­δήποτε στο αντίθετο του Χριστού. Δεν είναι βέβαια δυνατό όποιος βγει έξω από το φως ή τη ζωή να μην είναι οπωσδήποτε μέσα στο σκότος ή το θάνατο. Αν λοιπόν το να μην ενεργούμε και να μη μιλούμε και να μη σκεφτόμαστε σύμφωνα με το θέλημα του Χρι­στού έχει οικειότητα με το αντίμαχο του αγαθού, είναι φανερό σε όλους αυτό που δηλώνουν αυτά, ότι δηλαδή εγκαταλείπει το Χρι­στό όποιος απομακρύνεται από αυτόν με όσα σκέφτεται ή πράττει ή λέει. Αληθεύει λοιπόν η θεία ζωή του προφήτη που λέει· «ο λο­γισμός μου μού είπε ότι όλοι οι αμαρτωλοί της γης παραβαίνουν το νόμο». Όπως δηλαδή όποιος αρνήθηκε κατά τους διωγμούς το Χριστό είναι παραβάτης του προσκυνητού ονόματος, έτσι κι αν κάποιος αρνηθεί την αλήθεια ή τη δικαιοσύνη ή τον αγιασμό και την αφθαρσία ή αποβάλει από τη ζωή του κάτι άλλο που έχει την έννοια της αρετής την ώρα που επικρατούν τ' ανθρώπινα πάθη, ονομάζεται από την προφητεία παραβάτης, παραβαίνοντας στη ζωή του με καθένα από αυτά εκείνον που τα ενσαρκώνει.
Τι πρέπει λοιπόν να πράττει αυτός που αξιώθηκε το μεγάλο όνομα του Χριστού; Τι άλλο παρά να διαχωρίζει μέσα του αδιάκο­πα τις σκέψεις και τους λόγους και τα έργα, είτε το καθένα τους αναφέρεται στο Χριστό είτε είναι άσχετο με το Χριστό. Η ευκο­λία της διάκρισης αυτών είναι μεγάλη. Όποια ενέργεια ή σκέψη ή λόγος κινείται από κάποιο πάθος, αυτό δε συμφωνεί καθόλου με το Χριστό, άλλα έχει τη σφραγίδα του αντιπάλου, και η σφραγίδα αυτή αλείφοντας, αντί με βόρβορο, με τα πάθη το μαργαριτάρι της ψυχής καταστρέφει τη λάμψη του πολύτιμου λίθου. Ό,τι όμως εί­ναι καθαρό από οποιαδήποτε εμπαθή διάθεση, αυτό αναφέρεται στον αρχηγό της απάθειας, που είναι ο Χριστός, και αντλώντας από αυτόν σαν από καθαρή και αθάνατη πηγή τις σκέψεις, θα τις παρουσιάσει με τέτοια ομοιότητα προς το πρωτότυπο, όπως είναι η ομοιότητα προς το νερό του νερού του πηγαίου που αναβλύζει και που από αυτό γεμίζομε τη στάμνα μας. Γιατί είναι μία η καθαρότητα αυτή που βρίσκομε και μέσα στο Χριστό και μέσα σ' αυτόν που τη μετέχει, μόνο που ο ένας την παρέχει πηγαία, ενώ αυ­τός που τη μετέχει την αντλεί, μεταφέροντας στη ζωή του το κάλ­λος των νοημάτων. Ώστε πραγματοποιείται μια συμφωνία ανάμε­σα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό άνθρωπο, με το να συμβαδί­ζει η κοσμιότητα του βίου με τα νοήματα που εμπνέει ο Χριστός.
Αυτό είναι κατά την κρίση μου το τέλειο του χριστιανικού βίου, να είναι κανένας γεμάτος και στο νου και στο λόγο και στις πράξεις του βίου με όλα τα ονόματα, με τα όποια ερμηνεύεται το όνομα του Χριστού, ώστε, κατά την ευλογία του Παύλου, να δεχτεί πλήρη τον αγιασμό σε ολόκληρο το σώμα και την ψυχή και το πνεύμα, φυλασσόμενος παντοτινά έξω από την επικοινωνία με το κακό. Αν όμως λέει κάποιος ότι το αγαθό δεν κατορθώνεται εύκολα, επειδή άτρεπτος είναι μόνο ο Κύριος της κτίσης και τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πρόσφορη στις μεταβολές, κι επομένως πώς είναι δυνατό να κατορθωθεί το μόνιμο κι αμετάβλη­το μέσα στην τρεπτή φύση; Στην ένσταση αυτή θα πούμε εκείνο, ότι δεν γίνεται να στεφανωθεί όποιος δεν αγωνίστηκε νόμιμα. Και νόμιμος αγώνας δε γίνεται, αν δεν υπάρχει ο αντίπαλος. Αν δεν υπήρχε αντίπαλος, δεν θα υπήρχε ούτε το στεφάνι· γιατί δεν υπάρχει νίκη καθ' εαυτήν, αν δεν υπάρχει ο ηττημένος.
Ας αγωνιστούμε λοιπόν κατά της ίδιας της τρεπτότητας της φύσης μας, σα να συμπλεκόμαστε με το λογισμό μας με κάποιο αντίπαλο, όχι για να νικήσομε καταβάλλοντάς τον, αλλά να μη δε­χτούμε να πέσομε. Γιατί ο άνθρωπος δεν χρησιμοποιεί την τρεπτότητά του μόνο για το κακό. Θα ήταν τότε αδύνατο να πραγμα­τοποιήσει το αγαθό, αν η φύση του έρρεπε μόνο προς το αντίθετο. Τώρα όμως το ωραιότερο έργο της τροπής είναι η προκοπή του στις αρετές, καθώς πάντοτε η αλλοίωσή του προς το καλύτερο με­ταβάλλει προς το θεϊκότερο αυτόν που μεταβάλλεται ορθά. Αυτό λοιπόν που φαίνεται να είναι φοβερό (εννοώ το ότι η φύση μας είναι τρεπτή), το έδειξε ο λόγος μου σαν ένα φτερό) που βοηθάει για την πτήση προς τα ψηλότερα, ώστε να είναι προς ζημία μας η αδυ­ναμία μας να δεχτούμε την αλλοίωση προς το καλύτερο. Ας μη λυπάται λοιπόν όποιος βλέπει την τάση της φύσης μας για μεταβο­λή, αλλά ας μεταβάλλεται αλλάζοντας πάντοτε προς το καλύτερο κι ας μεταμορφώνεται από δόξα σε δόξα. Ας γίνεται πάντοτε καλύ­τερος με την καθημερινή προκοπή κι ας γίνεται πάντοτε τελειότε­ρος χωρίς ποτέ να φτάνει το πέρας της τελειότητας. Γιατί η αληθι­νή τελειότητα είναι αυτή, να μην παύσει ποτέ κανένας να προο­δεύει στο καλύτερο ούτε να περιορίσει μέσα σε κάποια όρια την τελειότητα».
 
 
 
 
 
 
 
ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
«ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ ΕΡΓΑ
ΤΟΜΟΣ 8ος Σελ. 417 – 423)
 
 
 
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΚΑΙ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ
 
ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΦΟΥ κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Τρίτη               1 Φεβρουαρίου (Εσπερινός)            ΧΟΥΛΟΥ
Τετάρτη           2 Φεβρουαρίου                               ΠΡΑΙΤΩΡΙ
Κυριακή           6 Φεβρουαρίου                               ΠΑΦΟΣ, Αγίων Παύλου και Βαρνάβα
Δευτέρα           7 Φεβρουαρίου, (Εσπερινός)            ΠΑΦΟΣ, Άγιος Θεόδωρος
Τρίτη               8 Φεβρουαρίου                                ΠΑΦΟΣ, Άγιος Θεόδωρος
Τετάρτη           9 Φεβρουαρίου (Εσπερινός)             ΕΜΠΑ
Πέμπτη            10 Φεβρουαρίου                             ΤΡΑΧΥΠΕΔΟΥΛΑ
Κυριακή           13 Φεβρουαρίου                             ΔΟΡΑ
Κυριακή           20 Φεβρουαρίου                             ΑΝΑΒΑΡΓΟΣ
 
ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΧΩΡΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΡΣΙΝΟΗΣ κ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Τρίτη                1 Φεβρουαρίου                              ΣΤΕΝΗ
Τετάρτη            2 Φεβρουαρίου                              ΛΑΣΑ
Κυριακή            6 Φεβρουαρίου                              ΠΕΡΙΣΤΕΡΩΝΑ
Πέμπτη             10 Φεβρουαρίου                             ΛΥΣΟΣ
Κυριακή            13 Φεβρουαρίου                             ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ
Κυριακή            20 Φεβρουαρίου                             ΛΑΡΝΑΚΑ, Άγιος Νικόλαος
Κυριακή             27 Φεβρουαρίου                            ΘΕΛΕΤΡΑ
 
ΠΑΝΟΣΙΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ κ. ΤΥΧΙΚΟΥ
Τρίτη                 1 Φεβρουαρίου                              ΘΕΛΕΤΡΑ (Άγιος Τρύφων)
Τρίτη                 1 Φεβρουαρίου (Εσπερινός)            ΛΑΣΑ
Τετάρτη             2 Φεβρουαρίου                              ΜΑΜΩΝΙΑ
Κυριακή             6 Φεβρουαρίου                              ΒΑΣΑ
Τετάρτη             9 Φεβρουαρίου (Εσπερινός)            ΤΡΑΧΥΠΕΔΟΥΛΑ
Πέμπτη              10 Φεβρουαρίου                             ΕΜΠΑ
Κυριακή             13 Φεβρουαρίου                             ΚΟΙΛΙΝΙΑ
Κυριακή             20 Φεβρουαρίου                             ΚΑΛΛΕΠΕΙΑ
Κυριακή             27 Φεβρουαρίου                             ΚΕΛΟΚΕΔΑΡΑ
 
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΠΑΣΑΒΒΑ
Κυριακή    6 Φεβρουαρίου   : ΠΕΡΙΣΤΕΡΩΝΑ
Κυριακή    27 Φεβρουαρίου : ΠΩΜΟΣ
 
ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ
Κυριακή      6 Φεβρουαρίου   : ΚΟΝΙΑ
Κυριακή    13 Φεβρουαρίου : ΜΕΣΑ ΧΩΡΙΟ
Κυριακή     20 Φεβρουαρίου: ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΝΟΣ
 
ΠΑΥΛΟΣ ΑΡΚΟΥ
Κυριακή     6 Φεβρουαρίου  : ΓΟΥΔΙ
Κυριακή     13 Φεβρουαρίου : ΤΡΕΜΙΘΟΥΣΑ
Κυριακή     20 Φεβρουαρίου : ΚΟΥΚΛΙΑ
 
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΙΤΣΙΟΥΝΗΣ                                    
Κυριακή     13 Φεβρουαρίου : ΕΛΕΔΙΩ
Κυριακή     20 Φεβρουαρίου : ΚΑΤΩ ΠΛΑΤΡΕΣ
Κυριακή     27 Φεβρουαρίου : ΠΕΝΤΑΛΙΑ
 
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ                                    
Κυριακή     6 Φεβρουαρίου   : ΑΧΕΛΕΙΑ
Κυριακή     13 Φεβρουαρίου : ΤΙΜΗ
 
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΚΑΝΗΣ                                
Κυριακή     13 Φεβρουαρίου : ΝΕΑ ΔΗΜΜΑΤΑ - ΚΙΝΟΥΣΑ
Κυριακή     20 Φεβρουαρίου : ΑΡΓΑΚΑ
Κυριακή     27 Φεβρουαρίου : ΜΑΛΛΙΑ
 
 
 
ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Θεόδωρος Αντωνιάδης Θεολόγος, Γεώργιος Σαββίδης, Θεολόγος, Δημήτριος Σμυρλής Θεολόγος, Φιλόλογος.
 
Το περιεχόμενο του παρόντος τεύχους υπάρχει αυτούσιο και στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου www.impaphou.org