English  Αρχική Σελίδα   Μητρόπολη   Μητροπολίτης   Eπισκοπή Αρσινόης  Επικοινωνία

       
  Δελτίο Κηρυγμάτων    

  
   Τυπικαί Διατάξεις
 
  
      Εορτολόγιον
 

  
Καταστατικό Εκκ. Κύπρου

 

  
Περιοδικό Απ. Βαρνάβας
 

 

 

 

  

Επιμνημόσυνος Λόγος

για τους φονευθέντες κατά την Τουρκική εισβολή

                                 Καθεδρικός Ναός Αγ.Θεοδώρου Πάφου, 20/07/2014.

Του Μητροπολίτη Πάφου Γεωργίου.

 

          Αποφράς η σημερινή μέρα, κ.Υπουργέ, κύριοι επίσημοι, ευλογημένοι χριστιανοί, για την Κύπρο, αλλά και ολόκληρο τον Ελληνισμό. Κι η θύμισή μας στρέφεται πίσω, χρόνια πολλά, σαράντα ολόκληρα χρόνια. Τότε που υψώνοντας το βλέμμα στον ουρανό, ανήμερα της γιορτής του, δεν βλέπαμε τον πυρφόρο προφήτη να ανεβαίνει στους ουρανούς και να καλεί κι εμάς σε πνευματική ανάταση, αλλά αντικρύζαμε τα Τουρκικά αεροπλάνα να σκορπίζουν τον όλεθρο και να μας προσγειώνουν στην σκληρή πραγματικότητα των «οψωνίων» της προδοσίας.

          Μακρύς και επώδυνος ο δρόμος που, ως λαός, διανύσαμε από τότε. Μεγάλα και συνταρακτικά τα γεγονότα που ακολούθησαν, τις συνέπειες των οποίων υφίσταται ο Κυπριακός λαός μέχρι σήμερα: Νεκροί και αγνοούμενοι, ξεριζωμός και προσφυγιά, βίωση της αδικίας και της λογικής των συμφερόντων, ο θάνατος του φυσικού ηγέτη του λαού μας, η υποκρισία των ισχυρών που διακηρύττουν αρχές και πράττουν τα αντίθετα, η συνεχής προσπάθεια εμπέδωσης των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής κατ’αρχήν και η προσπάθεια τουρκοποίησης ολόκληρης της Κύπρου, αργότερα.

          Σαράντα χρόνια από τότε, κι ενώ στην αρχή το αγωνιστικό φρόνημα παρέμενε ακμαίο κι ο πόθος της επιστροφής άσβεστος κι αδιαπραγμάτευτος, κι ενώ θ’αναμενόταν, κρίνοντας από προηγούμενες συμπεριφορές της φυλής, όχι σε σαρανταετείς αλλά σε μακραίωνες περιόδους δουλείας, επαύξηση του πόθου για ελευθερία και περιφρόνηση μιας ατιμωτικής απλής επιβίωσης, γινόμαστε, σήμερα, μάρτυρες μιας απαράδεκτα θλιβερής κατάστασης. Σ’αυτή την κατάσταση, αλλά και στους τρόπους αντιμετώπισής της προκειμένου να εξασφαλιστεί η εθνική αλλά και η φυσική επιβίωσή μας στη γη των πατέρων μας, θα ήθελα να αναφερθώ στον επιμνημόσυνο αυτό λόγο για τους «ηρωϊκώς αγωνισαμένους και πεσόντας» κατά την βάρβαρη Τουρκική εισβολή. Κρίνω πως θα’ναι το καλύτερο μνημόσυνο γι’αυτούς.

          Ένα βλέμμα γύρω μας, θα μας πείσει ότι σήψη και διαφθορά κυριαρχούν παντού. Αποπροσανατολισμός από αξίες και ιδανικά, έλλειψη αγωνιστικότητας, διάθεση συμβιβασμού με κάθε απαίτηση του κατακτητή, ίδιον όφελος εις βάρος του κοινού αλλά και του εθνικού συμφέροντος. Ξεχαστήκαμε στα μισά του δρόμου. Μπαινοβγαίνουμε, κάτω από τους δοτούς περιορισμούς του κατακτητή, τις προσωπικές ταπεινώσεις και τον εθνικό εξευτελισμό, στα κατεχόμενα, ενισχύουμε την οικονομία τους με το να θητεύουμε στα καζίνα, να διασκεδάζουμε στα κέντρα και τα κλεμμένα ξενοδοχεία μας, ταξιδεύουμε πολλές φορές και από το παράνομο αεροδρόμιό τους, δίνοντας υπόσταση στο ψευδοκράτος τους. Την περασμένη, μόλις, Τρίτη δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο πως στους πρώτους έξι μήνες του 2014 πληρώθηκε ποσόν 3,7 εκατομμυρίων ευρώ για διαμονή «Ελληνοκυπρίων» στα ξενοδοχεία των κατεχομένων, για καζίνο και αγορές και για εισιτήρια και φόρους από το αεροδρόμιο των κατεχομένων. Ηθική και εθνική πώρωση απροσμέτρητη. Μια ανεξήγητη ροπή προς ισοπέδωση των πάντων. Έκπτωση, ουσιαστικά, της ίδιας της ανθρώπινης φύσης.

          Η κατάσταση είναι αξιοθρήνητη και στο επίπεδο των στόχων και διεκδικήσεων του αγώνα μας. Παρασυρθήκαμε στη διαδικασία των διακοινοτικών συνομιλιών με στόχο όχι την αποκατάσταση των δικαιωμάτων  του λαού μας, αλλά τον συμβιβασμό με την αρπαγή και την αδικία. Αυτό εδραίωσε την διεθνή προπαγάνδα της Τουρκίας για τη φύση του Κυπριακού προβλήματος, παρουσιάζοντας το σαν δικοινοτικήν διαφορά και θέτοντας τόν εαυτό της στο απυρόβλητο. Παίρνει μάλιστα τα εύσημα, από τον διεθνή παράγοντα, ως ενθαρρύνουσα τη λύση του προβλήματος. Το πόσο πέτυχε σ’αυτό τον στόχο της η Τουρκία, με τη δική μας συνέργεια, φαίνεται και από τις μέχρι σήμερα υποβληθείσες προτάσεις για λύση του Κυπριακού, αλλά και από τις δικές μας διεκδικήσεις: Ούτε υπαινιγμός για εισβολή και κατοχή, ούτε λόγος για εποικισμό και εθνικό ξεκαθάρισμα.

           Η συνέχιση, για τόσα χρόνια, των συνομιλιών οδήγησε στην σταδιακή αποδοχή όλων των απαιτήσεων των Τούρκων, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η αποδοχή μιας διεκδίκησής τους, οδηγεί σε άλλη, πιο προχωρημένη διεκδίκηση, απ’αυτούς. Κι εμείς εξακολουθούμε να παίζουμε το παιχνίδι τους.

          Γι’αυτό και είναι ανάγκη, να κατανοήσουμε τους σχεδιασμούς των Τούρκων και τις μεθοδεύσεις τους, προκειμένου να προστατευθούμε από τους θανάσιμους κινδύνους που συνεπάγονται για μας. Ο Νιχάτ Ερίμ, όχι μόνο καθόρισε τον στόχο της κατάληψης ολόκληρης της Κύπρου από την Τουρκία, από το 1956, αλλά κατάρτισε και σχεδιάγραμμα σταδιακής υλοποίησής του, που εφαρμόστηκε κατά γράμμα μέχρι τώρα. Σήμερα η Τουρκία προσπαθεί να βάλει τις τελευταίες πινελιές στο σχέδιό της, να ολοκληρώσει τον ανόσιο στόχο της. Και η προσπάθειά της  εξελίσσεται με τρεις, ταυτόχρονα, τρόπους:

- Με τις συνομιλίες από τις οποίες προσδοκά κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και δημιουργία ενός μορφώματος το οποίο να μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να διαλύσει και να μας καταστήσει ομήρους της, αφού τότε δεν θα’χουμε διεθνή υπόσταση.

- Με τον εποικισμό, οπότε, όταν τα καταφέρει, με τις διεθνείς σχέσεις της, και παραπλανώντας τον διεθνή παράγοντα, να τον νομιμοποιήσει, θα έχουμε την τύχη της Αλεξανδρέττας. Ο εποικισμός είναι ο πρώτος και μεγαλύτερος κίνδυνος. Έστω και αν μάς αναγνωρίσουν όλα τα άλλα απαράγραπτα δικαιώματά μας, αν παραμείνουν οι έποικοι, θα καταντήσουμε μία μικρή μειοψηφία. Θα ζητήσουν τότε οι Τούρκοι ενιαίο κράτος και εμείς θα καταποντιστούμε.

- Τρίτος τρόπος με τον οποίο προσπαθούν να ολοκληρώσουν την πλήρη κατάληψη της Κύπρου, είναι ο εκφοβισμός. Με τον εκφοβισμό, τη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας στην πλευρά μας, δεν θα μείνει άλλη επιλογή, στο λαό μας, από την φυγή και θα’χουμε την τύχη της Ίμβρου και της Τενέδου.

Η Κύπρος βρίσκεται, χωρίς αμφιβολία, αυτή τη στιγμή στην κρισιμότερη φάση της εθνικής της ζωής. Ο Ελληνισμός της Κύπρου βρίσκεται, σήμερα, σε τροχιάν αφανισμού από τον τόπο στον οποίο ζει εδώ και 35 αιώνες.

          Γνωστοί και θανάσιμοι οι σχεδιασμοί των Τούρκων. Απαράδεκτος και ο εφησυχασμός, η νωχέλεια, ο ραγιαδισμός της δικής μας πλευράς. Θα οδηγηθούμε, όμως, στην απόγνωση; Θα σταθούμε σε ρυθμούς «ευσυμπάθητου θρήνου» να παρακολουθούμε παθητικά την έκβαση των πραγμάτων; Έχουμε υποχρέωση να αντισταθούμε στην υλοποίηση των Τουρκικών στόχων και να τους ματαιώσουμε. Οφείλουμε να αναχαιτίσουμε την ψυχολογική κατάρρευση του λαού, να ανορθώσουμε το ηθικό του, να του εμπνεύσουμε πίστη στις δυνάμεις του.

          Είναι γεγονός πως τα συγκριτικά υλικά μεγέθη, με αντίπαλο την Τουρκία, είναι συντριπτικά σε βάρος μας, όπως, εξ άλλου, ήταν πάντα στην ιστορική διαδρομή του Ελληνισμού. Είναι, όμως, επιλογή η παράδοση γιατί ο αντίπαλος είναι ισχυρός; Στην Ιστορία μας, αποδείχτηκε πολλές φορές, ότι το ψυχικό σθένος καταβάλλει τον αριθμό. Και όπως φάνηκε ξεκάθαρα και κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού μας αγώνα, όταν υπάρχει πίστη σε σκοπό, τα όπλα και τα πυρομαχικά του εχθρού αποδεικνύονται άχρηστα σιδερικά.

          Όπως, όμως η ελευθερία δεν δωρίζεται αλλά κατακτάται, έτσι και το μέλλον δεν διαγράφεται παθητικά, από την τύχη, αλλά διαμορφώνεται δυναμικά από κάθε λαό. Κι οι Έλληνες ουδέποτε υπήρξαν τόσον αφελείς ώστε να αυταπατώνται και να περιμένουν την ελευθερία τους από ξένα χέρια. Ξέρουν, όμως, να λαμβάνουν τα μηνύματα των καιρών, συνειδητοποιούν ότι όπως και η πρόσφατη Ιστορία, που εξελίσσεται στην περιοχή μας, διδάσκει, ουδείς είναι τόσο μεγάλος για να αδιαφορεί, για πάντα, έναντι των μικρών. Και όλοι, όσο μικροί και ασήμαντοι και αν είναι, δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι υπάρχουν απρόβλεπτες συγκυρίες, που μπορούν, ενδεχομένως, να τους καταστήσουν καταλύτες σε κρίσιμες στιγμές.

          Όπως ορθά επισημαίνει, ήδη από την αρχαιότητα, ο Θουκυδίδης, οι πόλεμοι, συνήθως, δεν εξελίσσονται όπως ήταν η πρόβλεψη των εμπνευστών τους. Απρόοπτοι και αστάθμητοι παράγοντες αναδεικνύουν αδυναμίες, για τους μεγάλους, και ευκαιρίες για τους μικρούς. Στο χέρι μας είναι, λοιπόν, να μεταβάλουμε την κατάσταση. Φτάνει να εργαστούμε με σύνεση και μ’όλη τη δύναμη της ψυχής μας και να αξιοποιήσουμε όλα τα δεδομένα, όπως διαγράφονται σήμερα, προς τον σκοπό αυτό. Να πιστέψουμε ότι τα εθνικά μας δίκαια δεν παραγράφονται, όσος χρόνος κι αν περάσει.

          Οφείλουμε, λοιπόν, ως Εκκλησία και ως Πολιτεία, αλλά και ως οργανωμένοι φορείς, να πείσουμε τον καθένα ότι όπως δικαιούται να καυχάται για το παρελθόν, και όπως πρέπει να οδυνάται για το παρόν, οφείλει να ελπίζει και να ετοιμάζει το μέλλον. Οφείλουμε να προβάλλουμε, μέσα στο σκοτάδι της απελπισίας, ακτίνες μακρινής αυγής ελευθερίας.         Συγκεκριμένα: Οφείλουμε πρώτα να πληροφορήσουμε ειλικρινώς τον λαό για τις δυσκολίες και τις θυσίες που θα απαιτηθούν. Να αποκαλύψουμε, όσον φοβερά και αν είναι, τα σχέδια των Τούρκων. Η αλήθεια είναι πάντοτε ερεβοκτόνος. Αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις του οποιουδήποτε προβλήματος και παρέχει τη δυνατότητα, εύκολη, ή δύσκολη, αντιμετώπισής του. Θα πρέπει αμέσως να σταματήσουμε τις επισκέψεις, δίκην τουριστών, στα κατεχόμενα, τη διαμονή εκεί και την παντοειδή ενίσχυσή τους. Δεν είναι μόνον η οικονομική μας αιμορραγία προς την κατοχή. Ούτε και η ισχυροποίηση του αλυσοδέματός μας και η προαγωγή της Τουρκοποίησης. Είναι, κυρίως, ο εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς μας. Να κατέχουν την πατρίδα μας και να τους επιβραβεύουμε; Τέτοια συμπεριφορά δεν παρατηρείται ούτε στα ζώα.

          Να απαιτήσουμε, ύστερα, ως λαός αγωνιστική διάθεση εκ μέρους των ηγετών μας, διαφάνεια στη ζωή και ηθική στον τρόπο συμπεριφοράς τους. Να επιμείνουμε στην αποκάλυψη των ποικίλων σκανδάλων και στην τιμωρία των ενόχων. Το αίσθημα της δικαιοσύνης είναι ανάγκη να αποκατασταθεί στο λαό. Δεν μπορείς με σάπια ηγεσία και διεφθαρμένες συμπεριφορές να οργανώσεις αποτελεσματικά και να φέρεις σε πέρας έναν αγώνα, από την έκβαση του οποίου κρίνονται τα πάντα.

          Θα πρέπει, κατόπιν, να απαιτήσουμε και να εμμείνουμε σε αλλαγή πλεύσης του αγώνα μας. Οι συνομιλίες, όπως αναφέραμε, δεν οδηγούν πουθενά. Ήταν ο σχεδιασμός της κατοχικής δύναμης για αποτελμάτωση του θέματος μας, για αποπροσανατολισμό και ημών των ιδίων, και των ξένων. Κάθε υποχώρησή μας, οδηγεί σε νέες διεκδικήσεις των Τούρκων. Στους συμβιβασμούς δεν υπάρχει τέρμα όταν υπάρξει αρχή. Για να υπάρξει τέρμα και στην αρχή, που ο δόλος της Τουρκίας και των συμμάχων της μάς παρέσυρε, πρέπει να πάρουμε την μεγάλη απόφαση της αλλαγής, όχι τακτικής στις συνομιλίες, αλλά πλεύσης, επανατοποθέτησης του θέματός μας ως θέματος εισβολής και κατοχής, με αίτημα την απελευθέρωση κι όχι απλώς την επανένωση. Δεν θα πρέπει, εξάλλου, να ξεχνούμε ότι προκειμένου περί ανίσων μερών, η συμβιβαστικότητα είναι πάντοτε εις βάρος του αδυνάτου. Μπορούν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας να αντιτεθούν σ’ένα τέτοιο αίτημά μας που θα τεκμηριώνεται πλήρως, αφού είναι τα ίδια δικαιώματα που απολαμβάνουν κι εκείνοι που ζητούμε για μας; Όταν, όμως, εμείς συμβιβαζόμαστε με όλο και λιγότερα, ποιος ο λόγος να μεριμνούν εκείνοι;

          Η αλλαγή πλεύσης, έστω και την υστάτη, από την υποχωρητικότητα και την ηττοπάθεια, προς την αντίσταση και τη διεκδικητικότητα, απαιτεί, ασφαλώς, νέα εθνική στρατηγική, συσπείρωση όλων των δυνάμεων και θυσίες κομματικών θέσεων και φιλοδοξιών. Η σημερινή πορεία-πρέπει να καταλάβουμε- δεν οδηγεί σε λύση, οδηγεί σε διάλυση.

          Αυτό συνεπάγεται ασφαλώς και αναθεώρηση της πολιτικής του κατευνασμού και των θωπειών προς τον κατακτητή. Ποιο νόημα έχουν οι επισκέψεις των κατοχικών ηγετών στις ελεύθερες περιοχές, ως προσκεκλημένων μας για δείπνα ή για ομιλίες σε πανεπιστήμια και σωματεία; Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος από μας που να πιστεύει ότι έτσι προωθείται η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Φιλοξενούμε τον Έρογλου και επιστρέφοντας στα κατεχόμενα, κάποτε και απ’εδώ, μιλά για δύο λαούς και δύο κράτη και για παραμονή των εποίκων στην υπό ίδρυση πολιτεία, την οποία ως ενδιάμεσο του τελικού στόχου τους επιδιώκουν. Οι λύκοι δεν μπορούν ποτέ να μεταβληθούν σε φύλακες, ή υπερασπιστές των προβάτων. Εκείνο που θα φέρει μαζί Έλληνες και Τούρκους της Κύπρου είναι η αναγνώριση των σφαλμάτων του παρελθόντος, και η εμμονή στις αρχές της δημοκρατίας και ισοπολιτείας, στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων από όλους.

          Ασφαλέστατα θα πρέπει να αναθεωρήσουμε και τη στάση μας ως προς τις επιλεγμένες θρησκευτικές τελετές σε ορισμένους από τους ελάχιστους συντηρημένους κατεχόμενους ναούς μας, παρουσία ξένων, Μουσουλμάνων και αθέων, και με δορυφορική μετάδοση στον έξω κόσμο. Επιθυμούμε να λατρεύσουμε τον Θεό μας εκεί που τον λάτρευσαν και οι πρόγονοί μας, εκεί που δημιουργήθηκαν τα παιδικά βιώματά μας κι εκεί που βρίσκεται καθημερινά η καρδιά μας, όχι όμως με εκποίηση των εθνικών δικαίων μας. Αυτό θα πρέπει να επιδιωχθεί να γίνεται χωρίς τυμπανοκρουσίες. Αποτελεί μέτρον οικοδόμησης εμπιστοσύνης η παροχή βήματος και ευκαιρίας προπαγάνδας στον εχθρό;

          Έχουμε χρέος, πιστεύω, να τοποθετηθούμε, ξεκάθαρα,  και ως λαός και ως Κυβέρνηση, και πάνω στο πρόβλημα της εκποίησης των κατεχομένων περιουσιών μας από τους κατόχους τους προς την Τουρκία. Έχω τη γνώμη ότι αυτοί δεν δικαιούνται να πωλούν στην Τουρκία την περιουσία τους. Γιατί δεν πωλούν απλώς κάποια στρέμματα γης που τους ανήκει. Εκχωρούν, ταυτόχρονα, μέρος της κρατικής κυριαρχίας μας που ανήκει σε όλους μας. Όσο κι αν δημιούργησαν τετελεσμένα, έστω κι αν φραστικά ανακήρυξαν «κράτος», οι Τούρκοι, με τη δύναμη των όπλων, όλα είναι παράνομα. Ένα κράτος εδράζεται επί κάποιου εδάφους. Επί ποίου εδάφους έχει ανακηρυχθεί το ψευδοκράτος; Σε δικό μας έδαφος που δεν τους ανήκει. Αν αυτό το εκχωρήσουμε, νομιμοποιούμε το εγχείρημά τους. Δεν θα χρειάζεται πια, ούτε συμφωνία, ούτε υπογραφή μας. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι κάτι τέτοιο αγγίζει τα όρια της εσχάτης προδοσίας.

          Ίσως κάποιοι μας πουν υπερβολικούς. Δεν είμαστε όμως. Μη μας ξεγελά το ανυποψίαστο του λαού και η αδιαφορία κάποιων ιθυνόντων. Θυμηθείτε τον Τιτανικό. Την ώρα που το θαυμαστό υπερωκεάνιο βυθιζόταν, η μουσική συνέχιζε να παίζει και οι άνθρωποι φορώντας τα γιορτινά τους, ανίδεοι, χόρευαν και λικνίζονταν. Γι’ αυτό και προβάλλει σήμερα ενώπιόν μας, όσον ποτέ άλλοτε, επιτακτική η ευθύνη μας για το μέλλον του τόπου. Να ευαισθητοποιήσουμε τον λαό ώστε να κατανοήσει τον κίνδυνο που διατρέχουμε, αλλά και να τον εμψυχώσουμε, να του εμφυσήσουμε την ελπίδα για το μέλλον. Κι έχω την πεποίθηση πώς ο λαός μας χρειάζεται και διαφώτιση και ελπίδα τώρα, χωρίς αναβολή. Τώρα που ιδέες και μόνιμοι κανόνες ζωής μόλις και καθίστανται ορατοί, μέσα στον κονιορτό που ανασηκώνουν η ηθική σήψη, η οικονομική κρίση και η νωχέλεια γύρω από το εθνικό μας θέμα.

Κάθε φορά που «ωδίνες θανάτου και κίνδυνοι Άδου» περιεκύκλωναν τον Ελληνισμό, αυτός σωζόταν με τη βοήθεια δυο παραγόντων: α) Ενός λείμματος, έστω και μικρού, που έμενε σταθερό στις αξίες και τις παραδόσεις του έθνους και γινόταν η ζύμη για να ζυμωθεί «όλον το φύραμα» και β) Του Θεού που ερχόταν πάντα βοηθός στις δικές μας προσπάθειες.

Και οι δύο αυτοί παράγοντες υφίστανται και σήμερα. Ας τους χρησιμοποιήσουμε για τη σωτηρία του τόπου και των παιδιών μας.   Θα είναι το καλύτερο μνημόσυνο για εκείνους, που πριν 40 χρόνια, έδωσαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι την πατρίδα αλλά και για όλους τους προγόνους μας.